Ancient Greece Reloaded

ANCIENT GREECE RELOADED

ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ




Κορινθιακος Πολεμος


Κορινθιακος Πολεμος (395-387 π.Χ)


ΠΗΓΑΙΝΕ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ:

Αρχικά γεγονότα (395 π.Χ)

Γεγονότα από το 393 π.Χ μέχρι το 388 π.Χ

Ανταλκίδειος Ειρήνη (387 π.Χ)

Δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία

Συμμαχικός πόλεμος (357-355 π.Χ.)


Ο Κορινθιακός Πόλεμος ήταν αρχαία ελληνική πολεμική σύγκρουση, η οποία διήρκεσε από το 395 μέχρι το 387 π.Χ, με αντίπαλους την Αρχαία Σπάρτη και τους σύμμαχους της από τη μια πλευρά, και την Αθήνα, το Άργος, την Κόρινθο, τη Θήβα και την Περσία από την άλλη. Η άμεση αιτία του πολέμου ήταν μια τοπική σύγκρουση μεταξύ της Σπάρτης και της Θήβας στην Στερεά Ελλάδα. Άλλη αιτία του πολέμου ήταν η εχθρότητα που υπήρχε απέναντι στη Σπάρτη, η οποία προκλήθηκε «μετά την επέκταση της ηγεμονίας της στη Μικρά Ασία, στην Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα ακόμα και στη... Δύση».

Ο πόλεμος διεξήχθη σε δύο μέτωπα, στην Κόρινθο και στη Θήβα (χερσαίο μέτωπο) και στο Αιγαίο Πέλαγος (θαλάσσιο μέτωπο). Στο χερσαίο μέτωπο, οι Σπαρτιάτες είχαν αρκετές επιτυχίες, αλλά δεν κατάφεραν να εκμεταλλευτούν το πλεονέκτημα που απέκτησαν. Στη θάλασσα, οι Σπαρτιάτες ηττήθηκαν από τον περσικό στόλο στις αρχές του πολέμου, και με αυτό το γεγονός έληξαν οι προσπάθειες της Σπάρτης για υπεροχή στη θάλασσα. Εκμεταλλευόμενη αυτό το γεγονός, η Αθήνα διεξήγαγε αρκετές θαλάσσιες εκστρατείες μετά το τέλος του πολέμου και επεξέτεινε την ηγεμονία της. Οι πόλεις, τις οποίες κατέλαβαν οι Αθηναίοι, έγιναν μέλη της Δηλιακής Συμμαχίας.

Τρομαγμένη από τις επιτυχίες της Αθήνας, η Περσία διέλυσε τη συμμαχία μαζί της και συμμάχησε με την Σπάρτη. Αυτό το γεγονός ανάγκασε τις συγκρουόμενες πλευρές να υπογράψουν συμφωνία ειρήνης. Η Ανταλκίδειος ειρήνη (γνωστή και ως Βασίλειος ειρήνη) υπογράφτηκε το 387 π.Χ και είχε ως αποτέλεσμα τη λήξη του πολέμου. Η Ιωνία θα βρισκόταν υπό την κυριαρχία των Περσών, ενώ οι υπόλοιπες ελληνικές πόλεις ανακηρύχθηκαν ανεξάρτητες. Η συμφωνία ειρήνης έδειξε την ικανότητα της Περσίας να παρεμβαίνει με επιτυχία στην ελληνική πολιτική και επιβεβαίωσε την ηγεμονία της Σπάρτης στο ελληνικό πολιτικό σύστημα.





Πριν τον πόλεμο

Μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, ο οποίος έληξε το 404 π.Χ, σύμμαχοι της Σπάρτης έγιναν οι περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας καθώς και η Περσική Αυτοκρατορία και, στα χρόνια που ακολούθησαν τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, αρκετά νησιά του Αιγαίου Πέλαγους υποτάχθηκαν στη Σπάρτη. Παρά τη νίκη της στον πόλεμο, η Σπάρτη απέκτησε μόνο κατεστραμμένες περιοχές καθώς και τους φόρους προς τη Δηλιακή Συμμαχία. Η συμμαχία άρχισε να καταρρέει όταν, το 402 π.Χ, η Σπάρτη επιτέθηκε στην Ήλιδα, μέλος της Πελοποννησιακής (αλλιώς Σπαρτιατικής) Συμμαχίας, η οποία δημιουργήθηκε από την Σπάρτη κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου. Τότε η Κόρινθος και η Θήβα αρνήθηκαν να βοηθήσουν τη Σπάρτη να καταλάβει την Ήλιδα.

Στη συνέχεια, η Θήβα, η Κόρινθος και η Αθήνα αρνήθηκαν να βοηθήσουν τη Σπάρτη στην κατά των Περσών εκστρατεία της στην Ιωνία το 398 π.Χ, με τους Θηβαίους να φτάνουν στο σημείο να διαταράξουν μια θυσία του βασιλιά Αγησίλαου Β', πριν την αναχώρησή του. Παρά την απουσία των συμμάχων της, η Σπάρτη νίκησε τους Πέρσες στη Λυδία και έφτασε μέχρι τις Σάρδεις. Ο σατράπης Τισσαφέρνης εκτελέστηκε για τις ήττες στις μάχες κατά του Αγησίλαου και ο διάδοχος του, Τιθραύστης, δωροδόκησε τους Σπαρτιάτες για να κινηθούν προς τα νότια, στη σατραπεία του Φαρνάβαζου. Ο Αγησίλαος έτσι και έπραξε, αλλά ταυτόχρονα ετοίμαζε τον στόλο του.

Ανίκανος να νικήσει τον στρατό του Αγησίλαου, ο Φαρνάβαζος αποφάσισε πώς ο μόνος τρόπος για να νικήσει τον Αγησίλαο ήταν να προκαλέσει αναταραχές στην ηπειρωτική Ελλάδα. Ζήτησε από τον Τιμοκράτη τον Ρόδιο να δωροδοκήσει άλλες πόλεις και να τις πείσει να αρχίσουν πόλεμο κατά της Σπάρτης, έτσι ώστε να αναγκάσει τον Αγησίλαο να επιστρέψει στη Σπάρτη.[7] Ο Τιμοκράτης επισκέφθηκε την Αθήνα, τη Θήβα, την Κόρινθο και το Άργος και έπεισε τους τοπικούς άρχοντες να δημιουργήσουν αντι-σπαρτιατική συμμαχία.


Αρχικά γεγονότα (395 π.Χ)

Αρχικές συγκρούσεις

Ο Ξενοφών ισχυρίζεται ότι, απρόθυμοι να αντιμετωπίσουν άμεσα τους Σπαρτιάτες, οι Θηβαίοι έπεισαν του Οπούντιους Λοκρούς να συλλέξουν φόρους από μια περιοχή που διεκδικούσαν μαζί με τη Φωκίδα, ώστε να προκαλέσουν την αντίδραση των Φωκέων. Ως απάντηση, οι Φωκαείς εισέβαλλαν στη Λοκρίδα και κατέλαβαν τα εδάφη της. Οι Λοκροί ζήτησαν τη βοήθεια της Θήβας, η οποία εισέβαλλε στη Φωκίδα. Η τελευταία ζήτησε βοήθεια από την Σπάρτη, η οποία διέταξε γενική κινητοποίηση, ενώ οι Θηβαίοι έστειλαν πρεσβεία στους Αθηναίους, ζητώντας βοήθεια, αίτημα που έγινε δεκτό. Έτσι συστάθηκε συμμαχία μεταξύ Αθηναίων και Βοιωτών.

Οι Σπαρτιάτες σχεδίαζαν να επιτεθούν στην Αλίαρτο, με 2 στρατούς, έναν υπό την ηγεσία του Λύσανδρου και έναν υπό την ηγεσία του Παυσανία. Ο Λύσανδρος, ο οποίος έφθασε νωρίτερα από τον Παυσανία, κατέλαβε τον Ορχομενό, και κατευθύνθηκε στην Αλίαρτο. Εκεί, στη μάχη της Αλιάρτου σκοτώθηκε, αφού μαζί με το άλογό του έφθασε ως τα τείχη της πόλης. Στην ίδια μάχη, αρχικά οι Σπαρτιάτες ηττήθηκαν, αλλά αργότερα νίκησαν ένα τμήμα στρατού των Θηβαίων. Ο Παυσανίας, ο οποίος έφθασε την επόμενη της μάχης, συνέλεξε τους νεκρούς και γύρισε στη Σπάρτη. Εκεί καταδικάστηκε σε θάνατο, γιατί δεν πρόλαβε να βοηθήσει εγκαίρως τον Λύσανδρο. Όμως πρόλαβε να διαφύγει στην Τεγέα, πριν εκτελεστεί η ποινή του.





Η επέκταση της συμμαχίας κατά της Σπάρτης

Μετά από αυτές τις συγκρούσεις, οι Σπαρτιάτες και οι αντίπαλοί τους άρχισαν την προετοιμασία για τις αναμενόμενες σκληρές μάχες. Στα τέλη του 395 π.Χ, η Κόρινθος και το Άργος αποφάσισαν να λάβουν μέρος στον πόλεμο ως σύμμαχοι των Αθηνών και των Θηβαίων. Οι σύμμαχοι συγκεντρώθηκαν στην Κόρινθο, και αργότερα έστειλαν απεσταλμένους σε άλλες πόλεις-κράτη, ζητώντας από αυτές την υποστήριξή τους.[13]

Ανήσυχοι από αυτές τις εξελίξεις, οι Σπαρτιάτες ετοίμαζαν να στείλουν τον στρατό τους στις περιοχές των νέων συμμάχων της Αθήνας, και διέταξαν τον Αγησίλαο να γυρίσει πίσω στην Ελλάδα. Ο Αγησίλαος, παρά τη θέλησή του να επεκταθεί στην Ασία, αποφάσισε να επιστρέψει και πέρασε μαζί με τον στρατό του από τον Ελλήσποντο και συνέχισε την πορεία του στα δυτικά, στη Θράκη.


Ο πόλεμος στην ξηρά και στη θάλασσα (394 π.Χ)

Μάχη του ποταμού Νεμέα

Η μάχη του ποταμού Νεμέα πραγματοποιήθηκε το 394 π.Χ. στα πλαίσια του Κορινθιακού πολέμου στον ποταμό Νεμέα ανάμεσα στους Λακεδαιμόνιους και τους συμμάχους τους και τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους.


Προοίμιο

Το 395 π.Χ. είχε αρχίσει ο Κορινθιακός πόλεμος και η πρώτη αναμέτρηση έγινε στην Αλίαρτο της Βοιωτίας. Εκεί αναμετρήθηκαν οι Θηβαίοι και οι Αθηναίοι εναντίον των Σπαρτιατών, νικητές βγήκαν οι πρώτοι. Ο Λύσανδρος είχε πεθάνει. Ο αντιλακωνικός συνασπισμός είχε τη βάση του στην Κόρινθο.

Εν τω μεταξύ ο σπαρτιατικός στρατός περίμενε την επιστροφή του Αγησίλαου από την εκστρατεία του στη Περσία. Τελικώς ο αντιλακωνικός συνασπισμός αποφάσισε να κινηθεί στον ποταμό Νεμέα και οι Σπαρτιάτες να πολεμήσουν και να μην περιμένουν άλλο τον Αγησίλαο, κατευθυνόμενοι προς την παραλία του Κορινθιακού Κόλπου και από εκεί στον Νεμέα.





Η μάχη

Αρχηγός του σπαρτιατικού στρατού είχε ορισθεί ο Αριστόδημος ο οποίος διέθετε 6.000 Σπαρτιάτες στο δεξί κέρας, 3.000 συμμάχους οπλίτες στο κέντρο, Επιδαύριους και Τροιζηναίους και 1.500 Σικυώνιους στο αριστερό κέρας. Ακόμη είχε 600 Λακεδαιμόνιους ιππείς, 400 Ήλειους ψιλούς και 300 Κρήτες τοξότες.





Ο αντιλακωνικός συνασπισμός είχε πιθανό αρχηγό τον Ισμηνία ο οποίος διέθετε 6.000 Αθηναίους στο δεξί κέρας, 5.000 Βοιωτούς στο αριστερό κέρας και στο κέντρο 7.000 Αργείους, 3.000 Κορίνθιους και 3.000 Ευβοείς οπλίτες, ακόμα είχε 800 ιππείς.

Η μάχη άρχισε με τους Βοιωτούς να βαθαίνουν τη φάλαγγά τους και να κινούνται στα δεξιά για να μην υπερφαλαγγιστούν. Τότε όλο το μέτωπο των αντιλακωνικών δυνάμεων ακολούθησε και δημιουργήθηκε κενό. Τότε οι Λακεδαιμόνιοι διέλυσαν τις 6 φυλές των Αθηναίων. Οι άλλες τέσσερις με τους Αργείους νίκησαν και έτρεψαν σε φυγή τους απέναντι Πελοποννήσιους. Οι Λακεδαιμόνιοι που επέστρεψαν απ' την καταδίωξη επιτέθηκαν στους Αργείους, αφού ήταν ακάλυπτοι από τα δεξιά. Ο αντιλακωνικός συνασπισμός τότε τράπηκε σε φυγή.


Μετά τη μάχη

Οι απώλειες των Σπαρτιατών ήταν μόλις 8 νεκροί, αλλά οι σύμμαχοι τους είχαν βαρύτερες απώλειες (1.100 νεκρούς). Ο αντιλακωνικός συνασπισμός μέτρησε απώλειες άνω των 2.800 νεκρών. Μετά τη μάχη ο Αριστόδημος έστησε τρόπαιο, ενώ οι ηττημένοι υποχώρησαν προς την Κόρινθο. Τα νέα της νίκης τα έμαθε και ο Αγησίλαος που βρισκόταν στη Θράκη.

Αν και οι Σπαρτιάτες ήταν νικητές, δεν μπόρεσαν να περάσουν την Κόρινθο και να εισβάλλουν στη Στερεά Ελλάδα. Έτσι επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Ο συμμαχικός στρατός, μετά από μερικούς μήνες αδράνειας, έδωσε μεγάλη μάχη στην Κορώνεια της Βοιωτίας. Αυτές οι δύο μάχες ήταν οι μόνες πολεμικές αναμετρήσεις μεγάλης κλίμακας που σημειώθηκαν κατά τον Κορινθιακό πόλεμο, ο οποίος διήρκεσε μέχρι το 387 π.Χ


Ναυμαχία της Κνίδου

Μέχρι το 394 π.Χ. μέρος της δυτικής Μικράς Ασίας ανήκε στη σπαρτιατική ηγεμονία, η οποία μαχόταν τα τελευταία έξι περίπου χρόνια ενάντια στην Περσική Αυτοκρατορία έπειτα από έκκληση ελληνικών πόλεων της περιοχής. Η Περσία αντέδρασε στις επιτυχίες των Λακεδαιμονίων στην ξηρά με τη ναυπήγηση ισχυρού στόλου υπό τον Αθηναίο ναύαρχο Κόνωνα και τη χρηματική ενίσχυση ενός αντιλακωνικού συνασπισμού στην Ελλάδα. Η έκρηξη του Κορινθιακού πολέμου υποχρέωσε τη Σπάρτη να διακόψει τις επιθετικές χερσαίες επιχειρήσεις στην Ασία ανακαλώντας το μεγαλύτερο τμήμα των δυνάμεών της. Ωστόσο, οι Πέρσες δεν μπορούσαν να προχωρήσουν στην ανακατάληψη των παραλιακών κυρίως ελληνικών πόλεων όσο ο στόλος των Λακεδαιμονίων και των συμμάχων τους κυριαρχούσε στο ανατολικό Αιγαίο. Τελικά, η κρίσιμη αναμέτρηση έγινε ανοιχτά της Κνίδου στις αρχές Αυγούστου του 394 π.Χ.1





Ο περσικός στόλος με επικεφαλής τους Κόνωνα και Φαρνάβαζο ναυλοχούσε στα Λώρυμα της Καρίας και αριθμούσε περίπου 170 τριήρεις, από τις οποίες οι περισσότερες ήταν φοινικικές και κυπριακές. Μαζί τους βρίσκονταν επίσης πλοία από τη Ρόδο και την Κιλικία, ενώ πιθανότατα υπήρξε και κάποια μικρή αθηναϊκή συμμετοχή, τουλάχιστον σε επίπεδο πληρωμάτων και εξοπλισμού. Από την άλλη μεριά, ο στόλος των Λακεδαιμονίων υπό τον Πείσανδρο διέθετε μόνο 85 τριήρεις και βρισκόταν αρχικά στην Κνίδο. Η ακριβής σύνθεσή του δεν είναι γνωστή, αλλά σίγουρα περιλάμβανε πλοία από τις παραλιακές ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας και τα νησιά του Αιγαίου. Ο ναύαρχος Πείσανδρος είχε τοποθετηθεί στη θέση αυτή σχεδόν ένα χρόνο νωρίτερα από το βασιλιά Αγησίλαο, σύζυγο της αδελφής του, και δεν είχε καμιά ναυτική εμπειρία.

Όταν οι Κόνων και Φαρνάβαζος έμαθαν τη θέση του αντιπάλου ετοιμάστηκαν για ναυμαχία, και οι δύο στόλοι συναντήθηκαν στα νερά της Κνίδου, ίσως καθώς ο Πείσανδρος επέστρεφε εκεί από τον Φύσκο της Καρίας. Ο Κόνων με τα ελληνικά πλοία υπό τις διαταγές του παρατάχτηκε μπροστά και ακολούθησε πίσω του ο Φαρνάβαζος με τα φοινικικά. Παρά την αριθμητική διαφορά φαίνεται ότι ο Πείσανδρος αποφάσισε να εμπλακεί και συγκρούστηκε επιτυχώς με τις προπορευόμενες τριήρεις του εχθρού. Ωστόσο, οι σύμμαχοι στην αριστερή πτέρυγα δεν άντεξαν στην πίεση και τράπηκαν σε φυγή προς την ξηρά, όταν ρίχτηκε στη μάχη ολόκληρος ο περσικός στόλος. Ο Πείσανδρος θεώρησε ατιμωτική την υποχώρηση και, αφού πολέμησε γενναία, τελικά σκοτώθηκε πάνω στο κατ' επανάληψη εμβολισμένο πλοίο του. Ακολούθως και οι υπόλοιποι καταδιώχτηκαν μέχρι τη στεριά, εγκαταλείποντας οι περισσότεροι τα σκάφη τους. Οι δυνάμεις των Κόνωνα και Φαρναβάζου κυρίευσαν 50 τριήρεις και αιχμαλώτισαν περίπου 500 άνδρες, ενώ τα πλοία και τα πληρώματα που διασώθηκαν κατέφυγαν στην Κνίδο.





Μετά τη νίκη στην Κνίδο ο περσικός στόλος απέκτησε πλήρη ελευθερία κινήσεων στο Αιγαίο. Αυτή η ριζική ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων οδήγησε στη γρήγορη κατάρρευση της σπαρτιατικής ηγεμονίας σε μεγάλο τμήμα της δυτικής Μικράς Ασίας και του ανατολικού Αιγαίου. Η δυσαρέσκεια των μέχρι τότε συμμάχων από τη διακυβέρνηση των Λακεδαιμονίων βρήκε την ευκαιρία να εκδηλωθεί έμπρακτα. Πολλές πόλεις της περιοχής έδιωξαν τους Λακεδαιμόνιους αρμοστές και τις φρουρές τους, με ή χωρίς τη βοήθεια του στόλου. Από αυτές, άλλες προτίμησαν να παραμείνουν ανένταχτες και άλλες, όπως η Έφεσος και οι Ερυθρές, προσχώρησαν στους νικητές. Επιπλέον, η καθησυχαστική διακήρυξη των Κόνωνα και Φαρναβάζου ότι οι πόλεις θα έμεναν αυτόνομες και χωρίς ξένη φρουρά σίγουρα υποβοήθησε την αποστασία. Η αποσκίρτηση και η αλλαγή στρατοπέδου πρέπει να συνοδεύτηκε στις πόλεις αυτές και από πολιτικές ή πολιτειακές μεταβολές, όπως ανατροπή των ολιγαρχικών καθεστώτων τα οποία στήριζε κατά κανόνα η Σπάρτη.

Τέλος, η φύση μιας συμμαχίας "γνωστής μόνο από νομισματικές πηγές" που συγκρότησαν αυτή την εποχή κάποιες πόλεις της Μικράς Ασίας δεν έχει εξακριβωθεί αλλά πιθανότατα εντασσόταν στον ευρύτερο αντιλακωνικό συνασπισμό.

Οι απόψεις για τη ναυμαχία της Κνίδου στην αρχαία γραμματεία διαφοροποιούνται ανάλογα με τις εκάστοτε πολιτικές συνθήκες και τις πεποιθήσεις ή επιδιώξεις του κάθε συγγραφέα. Συνήθως προβάλλεται ως μια «αθηναϊκή» νίκη η οποία έφερε το τέλος της σπαρτιατικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, την αποκατάσταση της δύναμης της Αθήνας και την ελευθερία των συμμάχων της ?ακόμα και των Ελλήνων γενικότερα?, ενώ υποβαθμίζεται ή απουσιάζει ο ρόλος και το όφελος της Περσίας. Περιστασιακά ωστόσο αναφέρεται και ως νίκη των βαρβάρων κατά των Ελλήνων. Βέβαια είναι προφανές ότι η νίκη των Κόνωνα και Φαρναβάζου στην Κνίδο εμπεριέχει όλα αυτά τα στοιχεία ως ένα βαθμό. Ειδικά πάντως για πολλές μικρασιατικές πόλεις η ναυμαχία πράγματι σηματοδότησε την αποσύνδεσή τους από το άρμα της Σπάρτης, χωρίς όμως ουσιαστική προοπτική πλην της εκ νέου υποταγής στην Περσική Αυτοκρατορία.


Μάχη της Κορώνειας

Η μάχη της Κορώνειας πραγματοποιήθηκε το 394 π.Χ. ανάμεσα στην Αθήνα με τους συμμάχους της και τη Σπάρτη με τους δικούς της συμμάχους, στα πλαίσια του Κορινθιακού πολέμου στην Κορώνεια Βοιωτίας.





Το ιστορικό

Μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο (404 π.Χ.) άρχισαν και πάλι οι συγκρούσεις μεταξύ των πόλεων - κρατών της Ελλάδας. Ο Κορινθιακός πόλεμος ξεκίνησε το 395 π.Χ. με την πολιορκία και τη μάχη της Αλιάρτου. Νικητές ήταν οι Αθηναίοι με τους Θηβαίους, ενώ τον επόμενο χρόνο, το 394 π.Χ., σε μια μάχη στον ποταμό Νεμέα, νικητές ήταν οι Σπαρτιάτες. Τον ίδιο χρόνο, (394 π.Χ.) στην Κνίδο πραγματοποιήθηκε μια ναυμαχία με νικητές τους Αθηναίους, που σηματοδότησε το τέλος της ηγεμονίας των Σπαρτιατών στο Αιγαίο πέλαγος.





Η μάχη

Οι Σπαρτιάτες στην αρχή του Κορινθιακού πολέμου κάλεσαν πίσω τον βασιλιά τους, Αγησίλαο, για να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο των αντιπάλων τους. Κατά τις πρώτες μάχες του Κορινθιακού πολέμου, ο Αγησίλαος βρισκόταν στη Θράκη. Όμως μετά τη ναυμαχία της Κνίδου είχε φτάσει μέχρι τη Βοιωτία. Καθώς περνούσε από την Κορώνεια, συνάντησε τον αντιλακωνικό συνασπισμό των αντιπάλων του. Ο Αγησίλαος τότε διέθετε 20.000 άνδρες. Οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοί τους επίσης διέθεταν παρόμοιο αριθμό ανδρών.

Στην αρχή της μάχης οι Λακεδαιμόνιοι νίκησαν στο δεξί τους άκρο τους απέναντι Αργείους και τους έτρεψαν σε φυγή. Οι Μικρασιάτες σύμμαχοι των Σπαρτιατών έτρεψαν σε φυγή τους Αθηναίους, τους Κορίνθιους, τους Ευβοείς και τους Λοκρούς. Οι Θηβαίοι κατάφεραν και νίκησαν τους συμμάχους των Σπαρτιατών, τους Φωκείς. Όμως μετά τη νίκη τους οι Σπαρτιάτες επιτέθηκαν στα νώτα των Θηβαίων. Οι Σπαρτιάτες νίκησαν, αλλά η νίκη τους δεν ήταν αποφασιστική.











Επίλογος

Παρά τη νίκη τους, οι Σπαρτιάτες θα έβρισκαν τον τέλειο αντίπαλό τους, τους πελταστές υπό τον Αθηναίο Ιφικράτη. Μετά τη μάχη του Λεχαίου, όπου ηττήθηκαν, οι Σπαρτιάτες έκλεισαν ειρήνη με τους αντιπάλους τους, υπό την εποπτεία του Πέρση αυτοκράτορα Αρταξέρξη, τη λεγόμενη Ανταλκίδειο ειρήνη.







Γεγονότα από το 393 π.Χ μέχρι το 388 π.Χ

Μετά το 394 π.Χ, οι Σπαρτιάτες είχαν την υπεροχή στο χερσαίο μέτωπο αλλά ηττήθηκαν στο θαλάσσιο. Οι σύμμαχοι της Αθήνας είχαν δεχτεί πολλές ήττες στο χερσαίο μέτωπο, αλλά οι Σπαρτιάτες δεν κατάφεραν να επεκταθούν μέχρι την κεντρική Ελλάδα. Τα επόμενα χρόνια, οι Σπαρτιάτες προσπάθησαν να καταλάβουν την Κόρινθο ή το Άργος - παράλληλα οι σύμμαχοι της Αθήνας ενώθηκαν και συνέχισαν τον πόλεμο κατά της Σπάρτης, ενώ η Αθήνα και η Θήβα είχαν ανακαταλάβει κάποια εδάφη τους από τη Σπάρτη.


Περσική βοήθεια, ανοικοδόμηση της Αθήνας και εμφύλιος πόλεμος στην Κόρινθο

Το 393 π.Χ, ο Κόνων και ο Φαρνάβαζος έπλευσαν στην ηπειρωτική Ελλάδα, όπου επέδραμαν στην ακτή της Λακωνίας και κατέλαβαν τα Κύθηρα, όπου άφησαν στρατιωτικό τμήμα με Αθηναίο διοικητή. Στη συνέχεια, έπλευσαν στην Κόρινθο, όπου έπεισαν τα άλλα μέλη της Συμμαχίας πως ο Πέρσης βασιλιάς ήταν αξιόπιστος σύμμαχος. Τότε, ο Φαρνάβαζος έστειλε τον Κόνωνα στην Αττική με μεγάλος μέρος του περσικού στόλου, για να βοηθήσει τους Αθηναίους στην ανοικοδόμηση των Μακρών Τειχών. Χάρη στη βοήθεια των Περσών, η ανοικοδόμηση των Μακρών Τειχών τελείωσε γρήγορα. Η Αθήνα εκμεταλλεύτηκε το πλεονέκτημα, και κατέλαβε την Σκύρο, την Ίμβρο και τη Λήμνο, όπου επέβαλε καθεστώς κληρουχίας.

Την ίδια ώρα, στην Κόρινθο διεξαγόταν εμφύλιος μεταξύ του δημοκρατικού και του ολιγαρχικού κόμματος. Οι δημοκρατικοί, οι οποίοι έλαβαν στήριξη από το Άργος, επιτέθηκαν στους αντιπάλους τους και τους έδιωξαν από την πόλη. Οι ολιγαρχικοί ζήτησαν την προστασία των Σπαρτιατών, ενώ οι Αθηναίοι και οι Βοιωτοί συμμάχησαν με τους δημοκρατικούς. Σε μια νυχτερινή επίθεση, οι Σπαρτιάτες και οι ολιγαρχικοί κατέλαβαν το Λέχαιο, το λιμάνι της πόλης στον Κορινθιακό Κόλπο. Την επόμενη, οι Αθηναίοι προσπάθησαν να ανακαταλάβουν το Λέχαιο, αλλά αναχαιτίστηκαν και αναγκάστηκαν να τραπούν σε φυγή.


Η διάσκεψη ειρήνης και η άρνηση της Αθήνας

Το 392 π.Χ, οι Σπαρτιάτες έστειλαν τον Ανταλκίδα στον σατράπη Τιρίβαζο, με την ελπίδα ότι οι Πέρσες θα σταματήσουν την ανοικοδόμηση της Αθήνας και θα σταματούσαν να επεμβαίνουν στα εσωτερικά των Ελλήνων. Οι Αθηναίοι, όταν έμαθαν για την αποστολή του Ανταλκίδα στην Περσία, έστειλαν τον Κόνωνα μαζί με άλλους στρατιωτικούς για να παρουσιάσουν τις προτάσεις των Αθηναίων στους Πέρσες, κάτι που έπραξαν και οι σύμμαχοί τους. Στη διάσκεψη, οι Σπαρτιάτες πρότειναν ειρήνη με τον όρο να γίνουν όλες οι πόλεις-κράτη ανεξάρτητες. Αυτό όμως δεν έγινε αποδεκτό από τους συμμάχους της Αθήνας καθώς οι Αθηναίοι ήθελαν τον έλεγχο του Αιγαίου, οι Θηβαίοι ήθελαν να ηγεμονεύουν στη Βοιωτία, ενώ το Άργος ήθελε να ενωθεί με την Κόρινθο και να αναλάβει τη διοίκηση της πόλης.

Η προσπάθεια για ειρήνη απέτυχε. Ο Κόνων συνελήφθη και ο Τιρίβαζος με μυστικό τρόπο εφοδίαζε τους Σπαρτιάτες. Τελικά ο Κόνων κατάφερε να δραπετεύσει, αλλά πέθανε λίγες μέρες αργότερα. Τον ίδιο χρόνο, διεξήχθη ακόμα μια διάσκεψη στη Σπάρτη, αλλά οι όροι των Σπαρτιατών δεν έγιναν δεκτοί από τους Αθηναίους.

Μετά την αποτυχημένη διάσκεψη στην Περσία, ο Τιρίβαζος επέστρεψε στα Σούσα, και ο στρατηγός Στρούθας ανέλαβε τη διοίκηση. Ο Στρούθας άσκησε αντισπαρτιατική πολιτική και ανάγκασε τον αρχηγό τους, Θίβρωνα, να του επιτεθεί. Παρά την αρχική του επιτυχία, ο Θίβρων και αρκετοί στρατιώτες του σκοτώθηκαν αργότερα από τους στρατιώτες του Στρούθα. Τη διοίκηση των Σπαρτιατών στην Ασία ανέλαβε ο Διφρίδας, ο οποίος σημείωσε αρκετές επιτυχίες και αιχμαλώτισε τον γαμπρό του Στρούθα. Αλλά, αυτά δεν είχαν σημαντική επιρροή στο αποτέλεσμα του πολέμου.





Το Λέχαιο και η κατάληψη της Κορίνθου

Στην Κόρινθο, οι δημοκρατικοί συνέχιζαν να ελέγχουν την πόλη, όταν οι ολιγαρχικοί και οι Σπαρτιάτες κατέλαβαν το Λέχαιο, και από εκεί επιτέθηκαν στην ύπαιθρο της Κορίνθου. Το 391 π.Χ, ο Αγησίλαος επιτέθηκε στην πόλη. Η επίθεση του τελείωσε επιτυχώς, αφού κατέλαβε αρκετές αμυντικές θέσεις των αντιπάλων, καθώς επίσης αιχμαλώτισε αρκετούς στρατιώτες και ψαράδες. Όσο ο Αγησίλαος μαζί με τον στρατό του βρισκόταν στο στρατόπεδο, ο Αθηναίος στρατηγός Ιφικράτης, μαζί με ένα σώμα πελταστών, κατευθύνθηκε στο Λέχαιο, όπου σε μια μάχη νίκησε τους Σπαρτιάτες.

Κατά τη διάρκεια της μάχης, ο Ιφικράτης μαζί με τους πελταστές του αποδεκάτισε τη σπαρτιατική φάλαγγα και ανάγκασε τους Σπαρτιάτες που απέμειναν να υποχωρήσουν. Μετά τη μάχη, ο Αγησίλαος επέστρεψε στη Σπάρτη, ενώ ο Ιφικράτης συνέχισε την επίθεση κατά των θέσεων των Σπαρτιατών στην Κόρινθο και ανακατέλαβε τις περιοχές, τις οποίες εκείνοι είχαν καταλάβει. Επιτέθηκε επίσης στον Φλειούντα τον οποίο κατέλαβε και δήωσε την Αρκαδία της οποίας οι κάτοικοι αρνήθηκαν να συμμαχήσουν μαζί του.

Μετά από αυτή τη νίκη, στρατός από το Άργος ήρθε στην Κόρινθο και κατέλαβε την ακρόπολή της, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την πολιτική ένωση των δύο πόλεων.


Μετέπειτα εκστρατείες στο χερσαίο μέτωπο

Μετά τις νίκες του Ιφικράτη στην Κόρινθο, δεν διεξήχθησαν σημαντικές μάχες στην περιοχή. Οι μάχες μεταφέρθηκαν στην υπόλοιπη Πελοπόννησο. Ο Αγησίλαος έκανε επιτυχείς επιδρομές σε περιοχές του Άργους, το 391 π.Χ, και διεξήγαγε δύο σημαντικές εκστρατείες πριν το τέλος του πολέμου. Στην πρώτη εκστρατεία, το 389 π.Χ, οι Σπαρτιάτες πέρασαν τον Κορινθιακό Κόλπο για να επιτεθούν στους Ακαρνάνες, συμμάχους της Αθήνας.

Παρά τις αρχικές δυσκολίες, οι Σπαρτιάτες κατάφεραν να νικήσουν τους Ακαρνάνες, οι οποίοι σε μια μάχη έχασαν το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών τους. Τον επόμενο χρόνο, οι Ακαρνάνες υπέγραψαν συμφωνία ειρήνης με τους Σπαρτιάτες, για να αποφύγουν μελλοντικές επιθέσεις.

Το 388 π.Χ, ο Αγησίπολις Α΄ επιτέθηκε στο Άργος. Αφού δεν συνάντησε αντίσταση, κατέλαβε την περιοχή, αλλά αργότερα αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Σπάρτη.





Πόλεμος στο Αιγαίο

Μετά την ήττα στην Κνίδο, οι Σπαρτιάτες άρχισαν την επανασύσταση του στόλου τους και, σε μια σύγκρουση με τον κορινθιακό στόλο, νίκησαν και πήραν υπό την κατοχή τους τον Κόλπο της Κορίνθου, το 392 π.Χ. Μετά την αποτυχία της ειρηνευτικής προσπάθειας του 392 π.Χ., οι Σπαρτιάτες έστειλαν ένα μικρό σώμα στρατού υπό την ηγεσία του ναύαρχου Εκδίκου στο Αιγαίο με διαταγή να βοηθήσει τους ολιγαρχικούς, οι οποίοι εξορίστηκαν από τη Ρόδο. Ο Έκδικος έφθασε στη Ρόδο, όπου είδε πώς οι δημοκρατικοί διέθεταν μεγαλύτερο στόλο από τον δικό του. Τότε οι Σπαρτιάτες έφεραν ως ενισχύσεις στόλο από τον Κορινθιακό Κόλπο, υπό την ηγεσία του Τελευτία. Αφού παρέλαβε κι άλλο στόλο στη Σάμο, ο Τελευτίας ανέλαβε τη διοίκηση στην Κνίδο και άρχισε τις επιθέσεις κατά της Ρόδου.

Τρομαγμένοι από τις επιτυχίες των Σπαρτιατών στο θαλάσσιο μέτωπο, οι Αθηναίοι έστειλαν ένα στόλο από 40 τριήρεις, υπό την ηγεσία του Θρασύβουλου. Εκείνος, κρίνοντας ότι θα κέρδιζε περισσότερα αν αντιμετώπιζε τον σπαρτιατικό στόλο εκεί όπου δεν θα είχε πλεονέκτημα, έπλευσε στον Ελλήσποντο. Εκεί, νίκησε σε πολλές μάχες και κατέλαβε αρκετά σημαντικές, για την Αθήνα, περιοχές, συμπεριλαμβανομένου και του Βυζαντίου. Αργότερα, κατευθύνθηκε στη Λέσβο, όπου χάρη στη βοήθεια του στρατού της Μυτιλήνης, νίκησε τον σπαρτιατικό στρατό και κατέλαβε αρκετές πόλεις. Αλλά ο Θρασύβουλος πέθανε, καθώς βρισκόταν στη Λέσβο.

Μετά από αυτό, οι Σπαρτιάτες έστειλαν νέο διοικητή, τον Αναξίβιο, στην Άβυδο. Αρχικά, είχε νικήσει τον Φαρνάβαζο σε αρκετές και κατέστρεψε ένα μεγάλο αριθμό εμπορικών πλοίων. Μετά από αυτές τις ήττες, οι Αθηναίοι έστειλαν τον Ιφικράτη στην περιοχή, για να αντιμετωπίσει τον Αναξίβιο. Για αρκετό διάστημα, οι δύο στρατοί επιτίθονταν σε περιοχές που κατείχε ο αντίπαλος, αλλά σε κάποια στιγμή ο Ιφικράτης μάντεψε την πορεία του Αναξίβιου, και του έστησε ενέδρα. Καθώς ο Αναξίβιος και οι άνδρες του περνούσαν το βουνό, όπου ο Ιφικράτης έστησε την ενέδρα του, δέχθηκαν επίθεση από τους Αθηναίους και κατατροπώθηκαν. Στη μάχη σκοτώθηκαν πολλοί Σπαρτιάτες, συμπεριλαμβανομένου και του Αναξίβιου.


Αίγινα και Πειραιάς

Το 389 π.Χ, οι Αθηναίοι επιτέθηκαν κατά της Αίγινας. Οι Σπαρτιάτες κατατρόπωσαν τον αθηναϊκό στόλο, ωστόσο το αθηναϊκό πεζικό συνέχισε την επιχείρηση. Οι Σπαρτιάτες έπλευσαν στα ανατολικά της Ρόδου, αλλά κατατροπώθηκαν στην Άβυδο από τους Αθηναίους διοικητές της περιοχής. Παράλληλα, οι Αθηναίοι βρέθηκαν περικυκλωμένοι και εγκατέλειψαν την Αίγινα, λίγους μήνες αργότερα.

Μετά τη νίκη τους στην Αίγινα, οι Σπαρτιάτες, με αρχηγό τον Γοργώπα, επιτέθηκαν στον αθηναϊκό στόλο και κατέστρεψαν αρκετά πλοία. Οι Αθηναίοι απάντησαν με αρχηγό τον Χαβρία. Στον δρόμο του για την Κύπρο, ο Χαβρίας σταμάτησε στην Αίγινα, έστησε ενέδρα στους Σπαρτιάτες και τους κατατρόπωσε. Στη μάχη σκοτώθηκε και ο ίδιος ο Γοργώπας.

Μετά από αυτή την ήττα, διοικητής του σπαρτιατικού στόλου στην Αίγινα έγινε ο Τελευτίας. Αντιλαμβανόμενος το γεγονός ότι οι Αθηναίοι χαλάρωσαν τις αμυντικές τους γραμμές μετά τις νίκες του Χαβρία, επιτέθηκε με τον στόλο του στον Πειραιά και κατέστρεψε αρκετά πλοία.








Ανταλκίδειος Ειρήνη (387 π.Χ)

Εν τω μεταξύ, ο Ανταλκίδας διεξήγαγε διαπραγματεύσεις με τον Τιρίβαζο, και κατέληξαν σε συμφωνία, όπου σύμφωνα με αυτή, οι Πέρσες έπρεπε να πάρουν το μέρος των Σπαρτιατών σε περίπτωση που οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοι τους αρνηθούν να υπογράψουν ειρήνη. Φαίνεται πώς οι Πέρσες δεν ήταν ευχαριστημένοι με τις ενέργειες της Αθήνας, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης προς τον βασιλιά της Κύπρου, Ευαγόρα, και στον Άκορη της Αιγύπτου, οι οποίοι βρισκόταν σε πόλεμο με την Περσία.

Λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους παράγοντες, η Περσία αποφάσισε πώς δεν ήταν ωφέλιμο να βοηθά την Αθήνα και πήρε το μέρος της Σπάρτης. Μετά την ήττα στην Άβυδο, ο Ανταλκίδας επιτέθηκε και κατέστρεψε μερικά σώματα στρατού των Αθηναίων, και ένωσε τον στόλο του με στόλο από τις Συρακούσες. Αυτό το ναυτικό σώμα, το οποίο έλαβε και τη στήριξη των σατραπών της Περσίας, έφτασε στον Ελλήσποντο και έκλεισε όλους τους δρόμους προς την Αθήνα. Οι Αθηναίοι, οι οποίοι είχαν ηττηθεί με παρόμοιο τρόπο στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, αποφάσισαν να συνάψουν συμφωνία ειρήνης.

Το 387 π.Χ, ο Τιρίβαζος συγκάλεσε σύσκεψη για συμφωνία ειρήνης, με όλες τις μαχόμενες πλευρές για να συζητήσουν τους όρους. Ο βασικός όρος της συνθήκης αποφασίστηκε από τον βασιλιά της Περσίας, Αρταξέρξη:



Ο βασιλιάς Αρταξέρξης θεωρεί πώς όλες οι πόλεις της Ασίας πρέπει να του ανήκουν, συμπεριλαμβανομένου της Κύπρου και των Κλαζομενών, και ότι όλες οι πόλεις της Ελλάδας, μικρές και μεγάλες, πρέπει να γίνουν ανεξάρτητες, εκτός της Λήμνου, της Ίμβρου και της Σκύρου - τις οποίες θα ελέγχε η Αθήνα. Όποια από τις δύο πλευρές (Αθήνα και Σπάρτη) δεν δεχθεί τη συμφωνία, θα αρχίσω πόλεμο εναντίον της



Σε μια γενική σύσκεψη στη Σπάρτη, οι Σπαρτιάτες, φοβούμενοι την απειλή της περσικής επίθεσης, εξασφάλισαν τη συναίνεση όλων των μεγάλων πόλεων της Ελλάδας, οι οποίες συμφώνησαν με τους όρους της ειρήνης. Η συμφωνία ειρήνης έγινε παντού γνωστή με το όνομα «Βασίλειος ειρήνη», λόγω της μεγάλης επιρροής του βασιλιά της Περσίας. Υπό την απειλή της σπαρτιατικής επίθεσης, η Θήβα σταμάτησε τον πόλεμο, όπως το Άργος και η Κόρινθος. Η Κόρινθος, αφού στερήθηκε τον ισχυρό της σύμμαχο, αναγκάστηκε να ξαναγίνει μέλος της Σπαρτιατικής Συμμαχίας. Μετά από 8 χρόνια μαχών, ο Κορινθιακός Πόλεμος είχε λήξει.





Μετά τον πόλεμο

Στα χρόνια που ακολούθησαν μετά την υπογραφή της ειρήνης, η Σπάρτη και η Περσία εκμεταλλεύτηκαν τα κέρδη που απέκτησαν χάρη στη συμφωνία αυτή. Η Περσία εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι και η Αθήνα και η Σπάρτη δεν είχαν δικαίωμα να επιτεθούν στην Ασία, και κατέλαβε, το 380 π.Χ, την Αίγυπτο και την Κύπρο. Η Σπάρτη, παράλληλα, εκμεταλλεύτηκε τη δυνατότητα, την οποία έλαβε ως προστάτιδα της ειρήνης, να καταστρέφει όποιες συμμαχίες έβρισκε απειλητικές για την κατάρρευση της συμφωνίας. Με τον Αγησίλαο στην ηγεσία της πόλης, οι Σπαρτιάτες επεκτάθηκαν από την Πελοπόννησο μέχρι τη Χαλκιδική. Αυτή η κυριαρχία της Σπάρτης θα διαρκέσει για 16 χρόνια, μέχρι να ηττηθεί στη Μάχη των Λεύκτρων.

Ο πόλεμος είχε σημαντική επιρροή της ανοικοδόμησης της Αθήνας ως ελληνική δύναμη. Στα μέσα του 4ου αιώνα, οι Αθηναίοι δημιούργησαν μια συμμαχία, η οποία έγινε γνωστή ως Δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία, η οποία ανακατέλαβε όλα τα εδάφη που έχασε το 404 π.Χ.

Η απελευθέρωση της Ιωνίας αποτελούσε στόχο των Ελλήνων, αλλά μετά τον Κορινθιακό Πόλεμο οι Έλληνες δεν μπορούσαν να εμποδίσουν την περσική κυριαρχία. Μετά από έναν αιώνα συγκρούσεων στην περιοχή, η Περσία κατάφερε να καταλάβει την Ιωνία, και για άλλα 50 χρόνια η Ιωνία ήταν υπό την κατοχή των Περσών, μέχρι την εποχή του Αλέξανδρου του Μέγα.








Δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία

Η Δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία ήταν συμμαχία που ίδρυσε η Αθήνα το 377 π.Χ. με σκοπό την προστασία των συμμαχικών κρατών από τις Σπαρτιατικές επεμβάσεις. Αποτελούσε ως ένα βαθμό αναβίωση της παλαιότερης Δηλιακής συμμαχίας που είχε διασπαστεί μετά την ήττα των Αθηναίων στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Η συμμαχία διατηρήθηκε μέχρι το 355 π.Χ., οπότε και αποστάτησαν οι περισσότερες συμμαχικές πόλεις.


Ίδρυση της συμμαχίας

Μετά το τέλος του Κορινθιακού πολέμου η Σπάρτη συνέχισε να δείχνει ηγεμονικές τάσεις. Με ψήφισμα της εκκλησίας του δήμου οι Αθηναίοι αποφάσισαν τη δημιουργία της συμμαχίας που θα είχε ως βασικό σκοπό την εξασφάλιση της αυτονομίας των ελληνικών πόλεων απέναντι στις ηγεμονικές διαθέσεις της Σπάρτης. Κύρια αιτία για την απόφαση αυτή των Αθηναίων ήταν η επίθεση του Σπαρτιάτη στρατηγού Σφοδρία στην Αττική το 379 π.X. Οι πρώτοι που συμμετείχαν στη συμμαχία ήταν οι νησιωτικές πόλεις Χίος, Μυτιλήνη και Ρόδος. Έδρα του συμμαχικού συνεδρίου ορίστηκε η Αθήνα. Μετά την πρώτη εκστρατεία που πραγματοποίησε η συμμαχία προσχώρησαν σε αυτή οι Ευβοϊκές πόλεις, Χαλκίδα, Ερέτρια και Κάρυστος, η Πεπάρηθος (Σκόπελος), η Σκιάθος, οι Κυκλάδες, η Πέρινθος της Προποντίδας, η Μαρώνεια της Θράκης και το Δίον της Πιερίας.


Επέκταση της συμμαχίας

Τα επόμενα χρόνια με τη δράση των Αθηναίων στρατηγών Ιφικράτη, Χαβρία, Τιμόθεου και Χάρη η συμμαχία επεκτάθηκε. Το 375 π.Χ. στη συμμαχία εντάχθηκε το Κοινό της Χαλκιδικής, τα νότια παράλια της Θράκης και οι πόλεις της Λέσβου Ερεσός και Άντισσα. Οι Αθηναίοι παράλληλα πραγματοποίησαν επιχειρήσεις στο Ιόνιο με τον Ιφικράτη και τον Τιμόθεο και έφεραν στη συμμαχία την Κεφαλονιά, την Λευκάδα και την Κέρκυρα. Οι επιχειρήσεις τους αυτές τους έφεραν σε σύγκρουση με την Σπάρτη με την οποία κατέληξαν σε συμφωνία ειρήνης και διέκοψαν τις επιχειρήσεις στην περιοχή. Το 365 π.Χ. ο Τιμόθεος ενίσχυσε τον Σατράπη Αριοβαρζάνη ο οποίος είχε αποστατήσει και κέρδισε ως αντάλλαγμα τη Σηστό στον Ελλήσποντο. Στο ξεκίνημα της επιχείρησης είχε προσαρτήσει και τη Σάμο στην οποία εγκατέστησε 2.000 Αθηναίους κληρούχους.


Συρρίκνωση και διάλυση της συμμαχίας

Μετά τη μάχη των Λεύκτρων η Θήβα εξελίχθηκε στην ισχυρότερη δύναμη του ελλαδικού χώρου. Διεύρυνε τις συμμαχίες της, αποσπώντας και την Εύβοια από την Αθηναϊκή συμμαχία. Με χρηματοδότηση των Περσών δημιούργησε ισχυρό στόλο, με τον οποίο άρχισε να αποδυναμώνει την Αθηναϊκή συμμαχία αποσπώντας περιοχές από αυτή. Παράλληλα η άνοδος της Μακεδονίας αφαίρεσε από την Αθήνα συμμαχικές περιοχές στην βόρεια Ελλάδα. Τέλος η Ρόδος, η Κως και η Χίος με παρότρυνση του σατράπη της Καρίας, Μαύσωλου αποστάτησαν κατά της Αθήνας. Η Αθήνα έστειλε στόλο για να καταστείλει την αποστασία. Αποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσει ο Συμμαχικός πόλεμος. Κατά την διάρκεια του πολέμου σκοτώθηκε ο Αθηναίος στρατηγός, Χαβρίας. Στη συνέχεια οι στρατηγοί Ιφικράτης, Τιμόθεος και Χάρης, απέτυχαν να καταστείλουν την εξέγερση. Ο συμμαχικός πόλεμος έληξε τελικά το 355 π.Χ. και ακολουθήθηκε και από νέες αποστασίες, οδηγώντας τελικά στη διάλυση της Αθηναϊκής συμμαχίας.





Συμμαχικός πόλεμος (357-355 π.Χ.)

Ο Συμμαχικός Πόλεμος ήταν πολεμική σύγκρουση, η οποία διήρκεσε από το 357 ως 355 π.Χ., με αντιπάλους την Αθήνα και τις πόλεις της Χίου, της Κω και της Ρόδου, που αποστάτησαν από τη Δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία.


Αίτια

Οι Χίοι, οι Κώοι και οι Ρόδιοι ήταν οργισμένοι από την ολοένα πιο αυταρχική συμπεριφορά των Αθηναίων. Το 357 π.Χ., επαναστάτησαν ύστερα από υποκίνηση του σατράπη της Καρίας, Μαυσώλου, ενώ είχαν και την υποστήριξη της ανεξάρτητης πόλης του Βυζαντίου.


Ο πόλεμος

Αρχηγοί των αθηναϊκών δυνάμεων ορίστηκαν οι στρατηγοί Χάρης και Χαβρίας. Η πολιορκία της Χίου το 356 τερματίστηκε με ήττα των Αθηναίων και θάνατο του Χαβρία. Έτσι, ο Χάρης απέκτησε πλήρη έλεγχο του στρατού και απέπλευσε προς τον Ελλήσποντο, με σκοπό την επίθεση κατά του Βυζαντίου. Εν τω μεταξύ, οι στρατηγοί Τιμόθεος, Ιφικράτης και ο γιος του Μενεσθέας, στάλθηκαν να τον βοηθήσουν. Στην πορεία, επανέφεραν κάποιες άλλες επαναστατημένες πόλεις στην συμμαχία και τελικά ενώθηκαν με τις δυνάμεις του Χάρη κοντά στη Χίο. Ο Χάρης οδήγησε τον αθηναϊκό στόλο στη ναυμαχία των Εμπάτων. Ωστόσο, λόγω θαλασσοταραχής, οι νέοι στρατηγοί αρνήθηκαν να εμπλακούν.

Ο Χάρης τους κατηγόρησε ως προδότες και επιτέθηκε μόνος του, χάνοντας τη μάχη με πολλές απώλειες. Αργότερα, (355 π.Χ.), ο Τιμόθεος, ο Μενεσθέας και ο Ιφικράτης θα δικάζονταν με την κατηγορία της προδοσίας, αλλά μονάχα στον πρώτο θα επιβαλλόταν χρηματική ποινή. Εκείνος, αδυνατώντας να πληρώσει, κατέφυγε στη Χαλκίδα. Το 356 π.Χ., οι επαναστατημένες πόλεις λεηλάτησαν τη Λήμνο και την Ίμβρο, πόλεις πιστές στη συμμαχία.


Παρέμβαση της Περσίας και λήξη

Ο Χάρης χρειαζόταν οικονομική ενίσχυση για τη συνέχιση του πολέμου, αλλά δεν τη ζήτησε από την Αθήνα. Εν μέρει λόγω της πιέσεως που δεχόταν από τους μισθοφόρους του, ανέλαβε την ηγεσία του στρατού του σατράπη της Φρυγίας, Αρτάβαζου, ο οποίος είχε εξεγερθεί κατά του Αρταξέρξη Γ΄. Ανακλήθηκε όμως από τους Αθηναίους, ύστερα από έντονες αντιδράσεις του Μεγάλου Βασιλιά. Το 356, οι Πέρσες ζήτησαν από την Αθήνα να απομακρυνθεί από τη Μικρά Ασία, απειλώντας με πόλεμο. Τον επόμενο χρόνο, οι Αθηναίοι, μην επιθυμώντας επιπλέον συγκρούσεις, συνθηκολόγησαν αποδεχόμενοι την αποχώρηση των επαναστατημένων πόλεων.







Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Πηγες

[1] "Wikipedia"

[2] "Πατρίδα μου"

Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις το κείμενο στη Βικιθήκη

Ξενοφών, Ελληνικά (Ξενοφών) το κείμενο στη Βικιθήκη

Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική Βιβλιοθήκη το κείμενο στη Βικιθήκη

Δρακόπουλος, Βαγγέλης & Ευθυμίου, Γεωργία. Επίτομο Λεξικό της Ελληνικής Ιστορίας. Αρχαία Ελλάδα/Μέρος 4ο. Δημοσιογραφικός Όμιλος Λαμπράκη






Η εφαρμογη μας για το κινητο σου

Κατέβασε και εσύ την εφαρμογή μας για το κινητό σου "Ancient Greece Reloaded"