Ancient Greece Reloaded

ANCIENT GREECE RELOADED

ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ




Η μαχη του Μαραθωνα



ΠΗΓΑΙΝΕ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ:

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΑ

Η ΜΑΧΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΗΡΟΔΟΤΟ

ΤΑ 5 ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΟΥ ΜΑΡΑΘΩΝΑ

Ελληνες εναντιον Περσων (Σεπτεμβριος 490 π.Χ.)



«Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι, χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν»




Η περίοδος της Ελληνικής Ιστορίας μεταξύ 492-479 π.Χ είναι γνωστή ως μια φάση των «Περσικών Πολέμων». Πρόκειται για μία περίοδο διαμάχης μεταξύ των πόλεων-κρατών της Ελλάδας και της πανίσχυρης Περσικής Αυτοκρατορίας Η αιτία των Περσικών Πολέμων ήταν η επεκτατική πολιτική των Περσών. Τους ήταν αδύνατο να επεκταθούν προς τα Ανατολικά (προς την Ινδία), ή πέρα από την Αίγυπτο (λόγω της Λιβικής Ερήμου) ή προς την αφιλόξενη χώρα των Σκύθων (προς τα βόρια). Έτσι η μόνη επιλογή τους ήταν να προχωρήσουν προς τα δυτικά προς την Ευρωπαϊκή ήπειρο. Η Ελλάδα ήταν το κύριο εμπόδιο που έπρεπε να ξεπεράσουν για να επιτύχουν τον αντικειμενικό σκοπό τους και η Αθήνα ήταν ο πιο αποφασιστικός τους αντίπαλος στην Ελλάδα.

Οι Πέρσες χρειάζονταν μόνο μια αφορμή και οι Αθηναίοι τους την έδωσαν το 500 πΧ όταν οι Ελληνικές πόλεις-κράτη της Μικράς Ασίας που αποτελούσαν τμήμα της Περσικής Αυτοκρατορίας επαναστάτησαν κατά των Περσών. Η Αθήνα για να τις βοηθήσει έστειλε 20 πλοία και η μικρή πόλη Ερέτρια της Ευβοίας , 5 πλοία. Οι επαναστάτες είχαν μερικές επιτυχίες αρχικά και πυρπόλησαν τις Σάρδεις την πρωτεύουσα του πέρση σατράπη της Ιωνίας. Γρήγορα όμως ηττήθηκαν από τους Πέρσες. Ο βασιλιάς της Περσίας Δαρείος, μαθαίνοντας ότι κάποιες άγνωστες πόλεις-κράτη της Ελλάδας είχαν στείλει βοήθεια στους επαναστάτες, ρώτησε να μάθει ποια ήταν η Αθήνα. Όταν τον ενημέρωσαν γι' αυτούς τους αναιδείς Αθηναίους, θύμωσε τόσο πολύ ώστε έριξε με το τόξο του ένα βέλος στον ουρανό και ορκίστηκε να τους τιμωρήσει. Τόσος ήταν ο θυμός του ώστε κάθε βράδυ έβαζε έναν από τους υπηρέτες του να του λεει: «Δέσποτα, μέμνησο των Αθηναίων!».

Με τον τρόπο αυτό οι Αθηναίοι έδωσαν στον Μεγάλο Βασιλέα την αφορμή που ήθελε για να εισβάλει στην Ελλάδα και να ανοίξει το δρόμο προς την Ευρώπη. Για να εισβάλει στην Ελλάδα ο Δαρείος είχε δυο δρόμους: ένα από τη θάλασσα και ένα από την ξηρά. Κάθε ένας από αυτούς τους δρόμους είχε πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Τελικά διάλεξε τον δρόμο από τη θάλασσα και αυτό αποδείχτηκε καταστροφικό. Η πρώτη του εκστρατεία το 492 πΧ απέτυχε επειδή μια θύελλα, «που έστειλαν οι Θεοί του Ολύμπου» κατάστρεψε το στόλο του. Δυο χρόνια αργότερα επιχείρησε για δεύτερη φορά να κινηθεί και πάλι από τη θάλασσα αλλά από νοτιότερο θαλάσσιο δρομολόγιο. Η εκστρατεία αυτή κατάληξε στη μάχη του Μαραθώνα.

Μετά την αποτυχία της εκστρατείας του 492 πΧ ο Δαρείος διέταξε να αρχίσουν νέες προετοιμασίες και σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής έστειλε κήρυκες στους Έλληνες για να ζητήσει «γην και ύδωρ» σαν δείγμα υποταγής. Πολλές από τις πόλεις συμμορφώθηκαν, άλλες όμως όχι με πρώτες την Αθήνα και τη Σπάρτη. Οι Αθηναίοι θεώρησαν τόσο προσβλητική την απαίτηση των Περσών ώστε έριξαν τους κήρυκες στο βάραθρο της Ακρόπολης και καταδίκασαν σε θάνατο τους άτυχους διερμηνείς επειδή «λέρωσαν» την Ελληνική γλώσσα! ΟΙ Σπαρτιάτες έριξαν τους κήρυκες στο πιο κοντινό πηγάδι, για να βρουν άφθονη «γη και ύδωρ»! Μετά από αυτό ο πόλεμος έγινε αναπόφευκτος. Την άνοιξη του 490 πΧ ο Περσικός στρατός και στόλος ήταν έτοιμος. Επικεφαλής ήταν ο Δάτης, ένας Μήδος και ο Αρταφέρνης, ανεψιός του Βασιλέα. Αποστολή τους ήταν υποχρεώσουν όλες τις Ελληνικές πόλεις που δεν είχαν δώσει «γην και ύδωρ» να γίνουν υποτελείς στο Μεγάλο Βασιλέα, αλλά επίσης να καταστρέψουν την Ερέτρια και την Αθήνα και «να φέρουν μπροστά του σκλάβους όλους τους κατοίκους.»



Ο Περσικός στόλος μεταφέροντας μια δύναμη πεζικού και ιππικού και πέρασε στο Αιγαίο και κατά τα τέλη Αυγούστου ή αρχές Σεπτεμβρίου 490 πΧ Τα πιο πολλά νησιά που συνάντησε υποτάχθηκαν. Η πολιορκία της Ερέτριας κράτησε έξι ημέρες μέχρι που μερικοί από τους κατοίκους της βοήθησαν τους Πέρσες να περάσουν τα τείχη. Η πόλη καταστράφηκε και οι κάτοικοί της που επέζησαν τη σφαγή που ακολούθησε πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Από την Ερέτρια ο Περσικός στόλος πέρασε στο Μαραθώνα όπου αγκυροβόλησε και αποβίβασε τον στρατό. Το σημείο που έγινε η αποβίβαση βρισκόταν 35 χιλιόμετρα περίπου ΒΑ των Αθηνών. Η δύναμη του Περσικού στρατού πρέπει να ήταν γύρω στις; 48.000 άντρες αν και ο αριθμός αυτός διαφέρει ανάλογα με τον ιστορικούς που περιέγραψαν τη μάχη. Γιατί όμως οι Πέρσες διάλεξαν το Μαραθώνα για να αποβιβαστούν; Υπάρχει μία ιστορία πίσω από αυτή την επιλογή. Οι Αθηναίοι την εποχή εκείνη είχαν εξορίσει τον Ιππία, γιο του Πεισίστρατου, ο οποίος μαζί με τους εναπομείναντες οπαδούς του στην Αθήνα, ονειρευόταν να αναλάβει πάλι την εξουσία.

Ο Ιππίας είχε βρει καταφύγιο στην αυλή του Μεγάλου Βασιλέα και είχε ακολουθήσει τους Πέρσες στην εκστρατεία κατά της Ελλάδας σαν σύμβουλος. Αυτός ήταν που είπε στον Δάτη και τον Αρταφέρνη να αποβιβαστούν στο Μαραθώνα. Το επιχείρημά του ήταν ότι μπορούσαν να ελπίζουν ότι θα απομάκρυναν τους Αθηναίους από την Αθήνα διευκολύνοντας έτσι την κατάληψη της αρχής από τους οπαδούς του. Φαίνεται επίσης ότι ο Ιππίας είχε στο μυαλό του τη μάχη που έδωσε ο πατέρας του, Πεισίστρατος, με τους πολιτικούς αντιπάλους του στο Μαραθώνα πριν 47 χρόνια. Ο Πεισίστρατος είχε νικήσει και έγινε τύραννος των Αθηναίων.

Για να επαναλάβουμε όσα γράφει ο Λϊντελ Χαρτ, αν αυτή ήταν η πρόθεσή της απόβασης στο Μαραθώνα, τότε πέτυχε του σκοπού της γιατί οι Αθηναίοι αποφάσισαν τελικά να σπεύσουν στο Μαραθώνα για να αντιμετωπίσουν τον εισβολέα. Ήταν όμως σωστή η απόφαση αυτή; Φαίνεται ότι ο Ιππίας δεν γνώριζε καλά τους πατριώτες του, γιατί οι Αθηναίοι θα πήγαιναν εκεί ούτως ή άλλως. Μόλις πληροφορήθηκαν την αποβίβαση των Περσών έστειλαν αγγελιαφόρο στη Σπάρτη να ζητήσει βοήθεια και ταυτόχρονα μελέτησαν τους παρακάτω πιθανούς τρόπους ενεργείας για να αντιμετωπίσουν την απειλή:

Να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες στο Μαραθώνα (ο πιο παράτολμος από τους τρεις).

Να περιμένουν τους Πέρσες στη διάβαση της Παλλήνης (15 χλμ. ανατολικά της Αθήνας.

Να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες μέσα από τα τείχη της Αθήνας (ο χειρότερος από τους τρεις).

Τελικά υιοθετήθηκε η πρώτη λύση λόγω επιμονής του Μιλτιάδη, ενός από τους δέκα Αθηναίους στρατηγούς. Ο Μιλτιάδης έπεισε τους Αθηναίους λέγοντάς τους ότι η εμφάνισή τους στο Μαραθώνα θα αιφνιδίαζε πολύ τους Πέρσες. Φαίνεται ότι το σύστημα επιτήρησης των Αθηναίων ήταν πολύ αποτελεσματικό γιατί εντόπισε αμέσως την αποβίβαση του εχθρού. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο στρατός των Αθηναίων μπορούσε να φτάσει στο Μαραθώνα σε 8 ώρες μέσω της διάβασης της Παλλήνης.

Ο Αθηναίος αγγελιαφόρος έφτασε στη Σπάρτη μετά από 48 ώρες. Οι Σπαρτιάτες ήταν πρόθυμοι να βοηθήσουν αλλά όχι και να παραβιάσουν το νόμο που τους απαγόρευε να φύγουν από τη Σπάρτη πριν τη γέμιση του φεγγαριού. Έτσι περίμεναν την πανσέληνο και μετά έστειλαν μια δύναμη για να βοηθήσουν τους Αθηναίους. Η δύναμη αυτή έφτασε όταν είχε τελειώσει η μάχη. Όμως οι Αθηναίοι είχαν μια ευχάριστη έκπληξη όταν έφτασαν στο Μαραθώνα: μια δύναμη 1.000 Πλαταιέων ενώθηκαν μαζί τους για να πολεμήσουν κατά των Περσών. Η Αθήνα δεν θα ξέχναγε ποτέ τη γενναία αυτή πράξη των Πλαταιέων.

Εδώ είναι απαραίτητο να αναλύσουμε την οργάνωση, τη διοίκηση, το δόγμα και τον τρόπο που πολεμούσαν οι Αθηναίοι και οι Πέρσες.

Ο Περσικός στρατός αποτελούταν από Πεζικό και εξαιρετικό Ιππικό. Το δόγμα τους ήταν αμυντικό επειδή το κύριο όπλο τους ήταν το τόξο. Η συνήθης τακτική τους ήταν να περιμένουν τον εχθρό να έρθει κοντά και μετά να τον «θάψουν» κάτω από ένα σύννεφο βελών. Το 480 πΧ ο Ξέρξης δεν έκρυψε την πραγματικότητα όταν είπε στο Λεωνίδα στις Θερμοπύλες ότι τα Περσικά βέλη θα έκρυβαν τον ήλιο (για να πάρει την ιστορική απάντηση «Καλύτερα, γιατί θα πολεμήσουμε στη σκιά»!). Ο οπλισμός και η πανοπλία του Περσικού πεζικού το καθιστούσε ακατάλληλο για αγώνα εκ του συστάδην ιδιαίτερα με τους βαριά οπλισμένους Έλληνες οπλίτες. Σε ότι αφορά τη διάταξη μάχης, οι Πέρσες έβαζαν τα καλύτερα τμήματά τους, Πέρσες και Σάκες, στο κέντρο της διάταξης μάχης, ενώ στις πτέρυγες έβαζαν τμήματα από τους υποτελείς τους. Το ιππικό αναπτύσσονταν στα πλευρά έτσι ώστε να μπορεί να τα καλύπτει και να υπερκερά τον αντίπαλο, ανάλογα με την περίπτωση.



Από το άλλο μέρος το δόγμα του Ελληνικού στρατού ήταν επιθετικό. Το κύριο όπλο τους, το μακρύ δόρυ, η βαριά πανοπλία (κράνος, θώρακας, κνημίδες και ασπίδα) και ο σχηματισμός μάχης, η φάλαγγα, ευνοούσαν τη μάχη εκ του συστάδην. Η φάλαγγα είχε ομοιόμορφη διάταξη με βάθος οκτώ στοίχων. Την εποχή εκείνη ο στρατός των Αθηναίων δεν είχε ούτε ιππικό, ούτε τόξα. Οι Αθηναίοι ήταν χωρισμένοι σε δέκα φυλές. Κάθε φυλή έπρεπε να ετοιμάσει για τη μάχη 1.000 οπλίτες και να διορίσει ένα στρατηγό ως επικεφαλής τους. Έτσι ο στρατός των Αθηναίων αποτελούταν από 10.000 οπλίτες διοικούμενος από 10 στρατηγούς. Στη δύναμη αυτή πρέπει να προστεθούν οι δούλοι και το ελαφρό πεζικό που ήταν οπλισμένο με ακόντια. Όταν ο στρατός κινητοποιούνταν για πόλεμο, κάθε ημέρα οριζόταν ένας στρατηγός ως διοικητής όλου του στρατού για την ημέρα εκείνη. Επειδή οι αποφάσεις λαμβάνονταν με ψηφοφορία, για αποφυγή ισοψηφίας η πόλη διόριζε ένα άλλο στρατηγό, που είχε τον τίτλο του Πολέμαρχου, και ο οποίος είχε δικαίωμα ψήφου. Έτσι επειδή οι ψήφοι ήταν έντεκα δεν υπήρχε περίπτωση ισοψηφίας.

Σε ότι αφορά στο πνεύμα των Αθηναίων ο Ηρόδοτος, σύγχρονος ιστορικός και θεωρούμενος πατέρας της ιστορίας γράφει σχετικά: «Ελευθερία και Ισότητα στα κοινά είναι μεγάλα κίνητρα και έτσι εκείνοι που όταν ζούσαν κάτω από το ζυγό του δεσπότη δεν ήταν καλύτεροι πολεμιστές από τους γείτονές τους, μόλις ελευθερώθηκαν έγιναν οι πρώτοι από όλους. Γιατί ο καθένας ένιωθε ότι πολεμώντας για μια ελεύθερη κοινοπολιτεία, πολεμούσε στην πραγματικότητα για τον εαυτό του και ό,τι αναλάμβανε να κάνει ήταν πρόθυμος να το κάνει ολοκληρωτικά.»

Ο Μιλτιάδης, ένας από τους δέκα στρατηγούς, ανήκε σε μία από τις πιο ευγενείς οικογένειες των Αθηνών. Ήταν πλούσιος και πριν 28 χρόνια είχε πάει στη Θράκη ως κυβερνήτης της Χερσονήσου (σημερινά Δαρδανέλια). Εκεί έζησε μέχρι το 494 πΧ. Όταν η Περσική αυτοκρατορία επεκτάθηκε στην περιοχή εκείνη ο Μιλτιάδης υποτάχθηκε στον Μεγάλο Βασιλέα Δαρείο και παρακολούθησε από κοντά τον Περσικό στρατό στις εκστρατείες του εναντίον των Σκυθών. Έτσι είχε μια καλή γνώση της τακτικής που χρησιμοποιούσαν. Στη διάρκεια της παραμονής του στην Χερσόνησο, ο Μιλτιάδης κατέκτησε και έθεσε υπό την κηδεμονία ων Αθηνών τα νησιά Λήμνο και Ίμβρο. Για το λόγο αυτό το γόητρό του στην κοινή γνώμη ήταν υψηλό. Έτσι όταν έγινε γνωστό ότι οι Πέρσες ετοίμαζαν εισβολή εκλέχτηκε σαν ένας από τους δέκα Αθηναίους στρατηγούς. Από τους δέκα στρατηγούς είναι γνωστά τα ονόματα μόνο των πέντε. Δυο από αυτούς θα έπαιζαν σημαντικό ρόλο μετά δέκα χρόνια: τα ονόματά τους ήταν Θεμιστοκλής και Αριστείδης. Ο πρώτος θα οδηγούσε τους Έλληνες στην νίκη στη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.) και ο δεύτερος τους Αθηναίους στη μάχη των Πλαταιών (479 πΧ). Είναι επίσης γνωστό ότι πολέμαρχος ήταν ο Καλλίμαχος.

Η πεδιάδα του Μαραθώνα έχει σχήμα μισοφέγγαρου με μήκος περίπου 10 χιλιομέτρων και μέγιστο πλάτος τριών χιλιομέτρων στο μέσο της. Η πεδιάδα στενεύει στα άκρα της όπου την εποχή εκείνη υπήρχαν έλη τα οποία κατά την περίοδο της μάχης ήταν πλημμυρισμένα και κατά συνέπεια το έδαφος δεν ήταν κατάλληλο για επιχειρήσεις ιππικού. Οι Πέρσες είχαν βγάλει τα πλοία τους στην ξηρά και είχαν στρατοπεδεύσει σε ομαλό, επίπεδο έδαφος. Αιφνιδιάστηκαν όταν είδαν το στρατό των Αθηναίων να φτάνει στον Μαραθώνα και να στρατοπεδεύει στην κοιλάδα του Αυλώνα. Η θέση που επέλεξαν ήταν απρόσβλητη από επίθεση και είχε πλήρη θέα του Περσικού στρατοπέδου. Έγινε σαφές στους Αθηναίους ότι ο εχθρός δεν σκόπευε να κινηθεί από την ξηρά στην Αθήνα επειδή δεν είχε καταλάβει τις διαβάσεις που οδηγούσαν σε αυτή. Έτσι ο φόβος της προδοσίας έγινε αποφασιστικός παράγοντας για τη διεξαγωγή της μάχης.

Στο πολεμικό συμβούλιο που έγινε υπήρξε ισοψηφία: πέντε στρατηγοί με πρώτο το Μιλτιάδη προτιμούσαν να επιτεθούν αμέσως, ενώ οι άλλοι πέντε ψήφισαν να επιτεθούν μετά την άφιξη της βοήθειας των Σπαρτιατών. Τότε ήταν που ο Μιλτιάδης, κατά τον Ηρόδοτο, απηύθυνε στον πολέμαρχο Καλλίμαχο, η ψήφος του οποίου θα ήταν αποφασιστική, τα παρακάτω λόγια: «Από εσένα εξαρτάται, ω Καλλίμαχε, είτε να οδηγήσεις την Αθήνα στην σκλαβιά, είτε να εξασφαλίσεις την ελευθερία της και να αφήσεις στις επερχόμενες γενιές μια ανάμνηση κατά πολύ πιο έντονη από την ανάμνηση εκείνων που έκαναν την Αθήνα δημοκρατία. Γιατί ποτέ από τότε που οι Αθηναίοι έγιναν λαός δεν αντιμετώπισαν ένα τόσο μεγάλο κίνδυνο όσο σήμερα...». Μετά από αυτό το λόγο ο Καλλίμαχος ψήφισε υπέρ της άμεσης μάχης.

Επί οκτώ ημέρες οι δυο στρατοί αντιμετώπιζαν ο ένας των άλλο ακίνητοι. Την ένατη ημέρα οι Πέρσες άρχισαν να επιβιβάζονται στα πλοία. Έγινε φανερό ότι μια καλυπτική δύναμη θα κρατούσε τους Αθηναίους στο Μαραθώνα ενώ ο υπόλοιπος στρατός θα έπλεε προς την Αθήνα για να καταλάβει την ανυπεράσπιστη πόλη. Η κατάσταση απαιτούσε άμεση ενέργεια και ο Μιλτιάδης που εκείνη την ημέρα είχε έρθει η σειρά του να γίνει αρχιστράτηγος, διέταξε το στρατό των 10.000 Αθηναίων και των 1.000 Πλαταιέων να αναπτυχθεί για μάχη.



Ο Μιλτιάδης αντιμετώπιζε δυο δύσκολα προβλήματα και για να τα λύσει εφάρμοσε μια νέα τακτική, αποκλίνοντας εντελώς από την πατροπαράδοτη τακτική που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες μέχρι τώρα. ·

Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Περσικός στρατός αναπτύσσονταν σε βάθος 30 ανδρών (όπως περιγράφει και ο Ξενοφών στο έργο του «Κύρου Παιδεία»). Έτσι οι 48.000 άνδρες του Περσικού στρατού θα σχημάτιζαν ένα μέτωπο μήκους 1.600 μέτρων. Για να εξισώσει αυτό το μέτωπο ο Μιλτιάδης έπρεπε να αναπτύξει τους άντρες του σε πολύ λεπτή γραμμή. Αν οι 10.000 Αθηναίοι διατάσσονταν σε βάθος 8 ανδρών το μέτωπό τους θα είχε ανάπτυγμα 1.250 μέτρων και έτσι τα πλευρά τους θα ήταν επικίνδυνα ακάλυπτα. Όμως ο Μιλτιάδης γνώριζε από προηγούμενη εμπειρία τον τρόπο με τον οποίο ανάπτυσσαν οι Πέρσες το στρατό τους για μάχη: στο κέντρο έβαζαν τα καλύτερα τμήματά τους (Πέρσες και Σάκες) ενώ στις πτέρυγες το στρατό των υποτακτικών τους (των οποίων κίνητρο ήταν συνήθως το «πολέμα γιατί αλλιώς...» επειδή δεν υπήρχε εθνική αιτία που να τους εμπνέει). Παρατήρησε επίσης ότι το Περσικό ιππικό είχε ήδη επιβιβαστεί πράγμα που του έδινε δυο πλεονεκτήματα: πρώτον, δεν απειλούσε τα πλευρά του στρατού των Αθηναίων και δεύτερον, δεν κάλυπτε τα πλευρά του Περσικού στρατού.

Αυτές οι παρατηρήσεις τον οδήγησαν να εφαρμόσει μια τελείως νέα τακτική την οποία θα επαναλάμβανε ο Αννίβας μετά τρεις αιώνες στη μάχη των Κανών και οι Γερμανοί στο Τάννεμπεργκ μετά 24 αιώνες. Ο Μιλτιάδης εξασθένισε σκόπιμα το κέντρο του σχηματίζοντας μια λεπτή γραμμή από δυο Φυλές, τις Φυλές που διοικούνταν από τον Θεμιστοκλή και τον Αριστείδη, με βάθος μόνο τεσσάρων ανδρών (επειδή κάθε Φυλή είχε 1.000 άντρες το μέτωπο στο σημείο αυτό είχε ανάπτυγμα 500 μέτρων). Σε κάθε μια από τις πτέρυγες είχε αναπτύξει από τέσσερις Φυλές με το συνηθισμένο βάθος των 8 ανδρών σχηματίζοντας έτσι μέτωπο 500 μέτρων σε κάθε πλευρό. (Έτσι το συνολικό εύρος του μετώπου ήταν 1.500 μέτρα). Τέλος στο αριστερό του αριστερού πλευρού ανάπτυξε τους Πλαταιείς σε βάθος 8 ανδρών με αποτέλεσμα το εύρος του μετώπου να είναι 1.625 μέτρα. Ο Καλλίμαχος κατέλαβε την τιμητική θέση στη δεξιά πτέρυγα.



Ο Περσικός στρατός θα προσπαθούσε να εξοντώσει τους Αθηναίους με βέλη. Το βεληνεκές των τόξων ήταν περίπου 150-200 μέτρα. Κατά συνέπεια η κρίσιμη απόσταση πριν μπορέσουν οι βαριά εξοπλισμένοι Αθηναίοι οπλίτες να εμπλακούν με τους Πέρσες σε αγώνα εκ του συστάδην έπρεπε να καλυφθεί στον συντομότερο δυνατό χρόνο και αυτό μπορούσε να γίνει μόνο αν οι οπλίτες κάλυπταν την απόσταση τρέχοντας. Για το λόγο αυτό ο Μιλτιάδης εφάρμοσε την τεχνική της εφόδου. Μόλις η φάλαγγα θα έφτανε στο βεληνεκές των βελών των Περσών θα άρχιζαν να τρέχουν για να διασχίσουν την επικίνδυνη ζώνη όσο το δυνατόν γρηγορότερα και να πέσουν στους Πέρσες με τη μεγαλύτερη δυνατή ορμή.

Έτσι το πρωί της 17ης Σεπτεμβρίου 490 πΧ με τέλειο συγχρονισμό ο Μιλτιάδης έδωσε την διαταγή και οι 11.000 Αθηναίοι και Πλαταιείς σχημάτισαν τη φάλαγγα και κινήθηκαν κατά του εχθρού ενώ οι γύρω λόφοι πρέπει να αντηχούσαν από τον ύμνο που ο μεγάλος ποιητής Αισχύλος, που πολέμησε στο Μαραθώνα, μας διέσωσε στην περίφημη τραγωδία «Πέρσες»: «Ίτε παίδες Ελλήνων, ελευθερούτε πατρίδα, ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων, νυν υπέρ πάντων ο αγών!»





Ο Ηρόδοτος μας λεει ότι «Όταν οι Πέρσες είδαν τους Αθηναίους να κατεβαίνουν χωρίς ιππικό ή τοξότες και με μικρή δύναμη, πίστεψαν ότι ήταν ένας στρατός τρελών που έτρεχε να συναντήσει την καταστροφή του.» Γρήγορα πήραν διάταξη για να αντιμετωπίσουν τους «τρελούς». Όταν έφτασαν κοντά στην επικίνδυνη ζώνη οι Αθηναίοι εκτόξευσαν την έφοδο. Η σύγκρουση εξελίχθηκε ακριβώς όπως το είχε σχεδιάσει ο Μιλτιάδης. Στο κέντρο οι Φυλές του Αριστείδη και του Θεμιστοκλή υποχώρησαν προς έδαφος που τους έδωσε τη δυνατότητα να αναδιοργανωθούν και να συνεχίσουν τη μάχη. Στις πτέρυγες οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς έτρεψαν σε φυγή τους αντιπάλους τους. Τότε ο Μιλτιάδης έσωσε την εντολή να αγνοήσουν τον εχθρό που υποχωρούσε και να στραφούν κατά των νώτων των Περσών του κέντρου.

Έτσι και έγινα και οι Πέρσες περικυκλωμένοι από τους αντιπάλους τους δεν είχαν καμία τύχη απέναντι στα δόρατα των Ελλήνων με τις κοντές λόγχες , τα κοντά ξίφη και τις πλεχτές ασπίδες που διάθεταν. Πολέμησαν σκληρά αλλά τελικά υπέκυψαν και οι μέχρι τότε αήττητοι Πέρσες γύρισαν τις πλάτες τους και τράπηκαν σε φυγή. Οι Αθηναίοι τους ακολούθησαν μέχρι τα πλοία. Εκεί έγινα η σκληρότερη μάχη και εκεί υπέστησαν οι Αθηναίοι τις πιο βαριές απώλειες. Εκεί έπεσε ο Κυναίγειρος, ο αδελφός του Αισχύλου, ο ευγενικός και γενναίος πολέμαρχος Καλλίμαχος και πολλοί άλλοι Αθηναίοι. Πολεμώντας σκληρά οι Πέρσες κατόρθωσαν να σώσουν όλα τα πλοία τους εκτός από επτά τα οποία κυρίευσαν οι Αθηναίοι. Οι απώλειες των Ελλήνων ήταν 192 Αθηναίοι νεκροί και ένας άγνωστος αριθμός Πλαταιέων και δούλων, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι οι Αθηναίοι έθαψαν τους νεκρούς σε τρεις τύμβους.

Στον ένα έθαψαν τους Αθηναίους πολίτες, στον άλλο τους Πλαταιείς και στον τρίτο τους δούλους. Ο τύμβος των Αθηναίων σώζεται μέχρι σήμερα. Πιστεύεται ότι ο τύμβος των Πλαταιέων βρίσκεται στους πρόποδες της Πεντέλης. Ο τύμβος των δούλων δεν έχει εντοπιστεί ακόμα. Ανάμεσά τους ήταν ένα μικρό παιδί που σκοτώθηκε από Περσικό βέλος ενώ έδινε νερό στους μαχητές στη διάρκεια της μάχης. Οι Πέρσες έχασαν 6.400 άντρες αλλά μέσα σε αυτούς πρέπει να υπήρχαν πολλοί αιχμάλωτοι, γιατί ο Ηρόδοτος λεει ότι όταν ο Μιλτιάδης κατάλαβε ότι ο Περσικός στόλος μπορούσε να πλεύσει στην Αθήνα και να επιτεθεί στην ανυπεράσπιστη πόλη, άφησε τις Φυλές του Αριστείδη και του Θεμιστοκλή που είχαν δοκιμαστεί σκληρά στο κέντρο της φάλαγγας για να φυλάνε τα λάφυρα και τους αιχμαλώτους και με τον υπόλοιπο στρατό κινήθηκε προς την πόλη.

Είναι επίσης γνωστό ότι όταν η μάχη πλησίαζε στο τέλος της κάποιος που βρισκόταν στην κορφή της Πεντέλης σήκωσε ψηλά μια ασπίδα και έστειλε ένα οπτικό σήμα. Υποτίθεται ότι ήταν σήμα προς τους Πέρσες από κάποιο οπαδό του Ιππία ότι η Πόλη ήταν ανυπεράσπιστη ή, πιο πιθανό, ότι ήταν κάποιος Αθηναίος ειδικός παρατηρητής που μπορούσε να δει εύκολα από την Πεντέλη την κατεύθυνση του Περσικού στόλου προς την Αθήνα.

Οι Πέρσες αρχηγοί πραγματικά έπλευσαν προς την Αθήνα και έφτασαν στον Φαληρικό όρμο. Εκεί τους περίμενε μια ακόμα έκπληξη: στους μακρινούς λόφους είδαν τις ασπίδες των Αθηναίων να λάμπουν στον ήλιο. Έτσι συγκέντρωσαν το στόλο τους και επέστρεψαν στην Περσία. Το ίδιο βράδυ έφτασε και η βοήθεια από την Σπάρτη. Ζήτησαν την άδεια να επισκεφθούν το πεδίο της μάχης και όταν τους δόθηκε η άδεια εξέφρασαν το θαυμασμό τους για το κατόρθωμα των Αθηναίων.

Έτσι τελείωσε η πρώτη μεγάλη σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Περσίας αλλά ο αγώνας δεν τελείωσε εκεί. Μετά δέκα χρόνια ένας τεράστιος Περσικός στρατός υπό τον ίδιο τον Μεγάλο Βασιλέα Ξέρξη, θα εισέβαλε στην Ελλάδα για να ηττηθεί και αυτός στη Σαλαμίνα και τις Πλαταιές.

Ήταν η μάχη του Μαραθώνα μία «αποφασιστική» μάχη; Δυο διακεκριμένη ιστορικοί ο Fuller στο έργο του «Στρατιωτική Ιστορία του Δυτικού Κόσμου» και ο Creasy στο έργο του «Δεκαπέντε Αποφασιστικές Μάχες» εκφράζουν διαφορετικές γνώμες. Σύμφωνα με τον Fuller «η μάχη του Μαραθώνα ήταν μια αξιόλογη μάχη τόσο από την άποψη της στρατηγικής των Περσών που ήταν αξιοθαύμαστη όσο και της τακτικής των Ελλήνων που δεν ήταν λιγότερο αξιοθαύμαστη...Για πρώτη φορά στην ιστορία τους οι Έλληνες νίκησαν τους Πέρσες στο δικό τους στοιχείο, δηλαδή στην ξηρά και ο Μαραθώνας προίκισε τους νικητές με την πίστη στο πεπρωμένο τους που ήταν να επιζήσουν επί τρεις αιώνες στη διάρκεια των οποίων γεννήθηκε ο δυτικός πολιτισμός. Ο Μαραθώνας σηματοδότησε τη γέννηση της Ευρώπης.»

Ο Creasy έρχεται πιο κοντά στην γνώμη των Ελλήνων ότι η μάχη του Μαραθώνα ήταν αποφασιστική για την παγκόσμια ιστορία. Σύμφωνα με τον Creasy «Η μάχη του Μαραθώνα έσπασε για πάντα το μύθο του αήττητου των Περσών που παρέλυε τη διάνοια των λαών. Δημιούργησε στους Έλληνες το πνεύμα που απέκρουσε τον Ξέρξη και μετά οδήγησε τον Ξενοφώντα, τον Αγησίλαο και τον Αλέξανδρο σε τρομερά αντίποινα με τις εκστρατείες τους στην Ασία. Εξασφάλισε για την ανθρωπότητα τον πολιτιστικό θησαυρό των Αθηνών, την ανάπτυξη των ελεύθερων θεσμών, τον φιλελεύθερο διαφωτισμό του δυτικού κόσμου και τη σταδιακή άνοδο για πολλούς αιώνες τις μεγάλες αρχές του Ευρωπαϊκού πολιτισμού.»

Εκείνο που ήταν το πιο σημαντικό από την άποψη των Ελλήνων αναγράφεται στο επίγραμμα που γράφτηκε στον τύμβο των Αθηναίων: «Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι, χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν». Οι Αθηναίοι ήταν οι πρώτοι που αντιλήφθηκαν ότι η ΕΝΟΤΗΤΑ όλων των Ελληνικών Πόλεων-Κρατών ήταν απαραίτητη για να αντιμετωπιστεί η απειλή από τους Πέρσες.

Τι συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε από την μάχη του Μαραθώνα, τη μάχη κατά την οποία το θάρρος επιβλήθηκε στους αριθμούς και ο αγώνας εκ του συστάδην τη βολή με τα τόξα;

Το πιο σημαντικό συμπέρασμα είναι ότι η μάχη αυτή υπήρξε ο θρίαμβος των ηθικών δυνάμεων έναντι των αριθμών. Οι Αθηναίοι πολίτες που πολεμούσαν στο Μαραθώνα ήξεραν γιατί πολεμούσαν: για τα χωράφια, τις οικογένειες και τα σπίτια τους. Από την άλλη μεριά οι Ασιάτες και Αφρικανοί στρατιώτες, εκτός από τους Πέρσες, δεν ήξεραν γιατί πολεμούσαν και πολλοί από αυτούς απλά έπρεπε να διαλέξουν ποιοι θα τους σκότωναν: οι Αθηναίοι ή οι Πέρσες!

Σε ότι αφορά τις αρχές του πολέμου μπορεί να πούμε ότι ο Μιλτιάδης εφάρμοσε για πρώτη φορά στην ιστορία, χωρίς να έχει αποφοιτήσει από κάποια στρατιωτική ακαδημία, τις εξής:

Επιθετικότητα: Ανέλαβε την πρωτοβουλία και διέταξε την επίθεση κατά των Περσών με μικρότερη αριθμητικά δύναμη, στην κατάλληλη στιγμή.

Οικονομία Δυνάμεων και Συγκέντρωση: Ανάπτυξε τα τμήματά του με τέτοιο τρόπο ώστε να χτυπήσει το πιο αδύνατο σημείο της γραμμής των Περσών με το ισχυρότερο σημείο της δικής του διάταξης. Με άλλα λόγια εφάρμοσε μεγάλη μαχητική ισχύ στο αποφασιστικό σημείο στον κατάλληλο χρόνο. Με τον τρόπο αυτό έκανε εκείνο που λίγοι στρατηγοί έχουν κάνει: έσπασε ένα «ταμπού» αλλάζοντας μια τακτική που εφαρμοζόταν επί πολλά χρόνια διακινδυνεύοντας ένα «ανάθεμα» στην περίπτωση που θα αποτύγχανε.

Ενότητα Διοικήσεως: Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι οι Αθηναίοι στρατηγοί πρόσφεραν τη σειρά αρχηγίας τους στο Μιλτιάδη, αλλά εκείνος επιτέθηκε την ημέρα που είχε έρθει η δική του σειρά. Έτσι εξασφάλισε ότι όλες οι Φυλές ήταν κάτω από τις διαταγές ενός υπεύθυνου διοικητή.

Αιφνιδιασμός: Πρώτα έπεισε τους Αθηναίους να πάνε στο Μαραθώνα και μετά επιτέθηκε την κρίσιμη στιγμή στους Πέρσες με νέα τακτική με τέτοιο τρόπο ώστε οι Πέρσες πίστεψαν ότι οι Αθηναίοι είχαν τρελαθεί!

Ελιγμός: Στη μάχη του Μαραθώνα ο Μιλτιάδης εφάρμοσε τον ελιγμό της διπλής υπερκέρασης. Δεν έχει σημασία ότι το μέτωπο ήταν μικρό. Έτσι διεξάγονταν οι μάχες εκείνες τις ημέρες. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ο θαυμάσιος ελιγμός, που επαναλήφθηκε συχνά από άλλους μεγάλους στρατηγούς, επινοήθηκε και διευθύνθηκε με επιτυχία για πρώτη φορά από τον Μιλτιάδη που δεν είχε προηγούμενη γνώση ή παράδειγμα.

Τελικά θεωρώ σωστό να παραθέσω την γνώμη για τον Μιλτιάδη ενός διακεκριμένου ιστορικού, του Hans Delbruck ο οποίος στο κλασσικό έργο του «Ιστορία της Τέχνης του Πολέμου, Πόλεμος στην Αρχαιότητα» γράφει:

«Η εικόνα του Μιλτιάδη σαν διοικητή στο πεδίο της μάχης στέκεται γιγάντια στα πρώιμα χρονικά της παγκόσμιας στρατιωτικής ιστορίας. Βρίσκουμε εδώ την πιο πλήρη και την πιο σπάνια μορφή ηγεσίας που έχει γεννήσει η πολεμική τέχνη μέχρι σήμερα, τον συνδυασμό άμυνας - επίθεσης, στις απλές καλλιτεχνικές γραμμές του πρώτου μεγάλου στρατιωτικού γεγονότος. Τι διορατικότητα στην επιλογή του πεδίου της μάχης, τι αυτοέλεγχος εν αναμονή της εχθρικής επίθεσης, τι εξουσία επί των μαζών, επί ενός στρατού από υπερήφανους, ελεύθερους πολίτες ώστε να μπορέσει να τους συγκρατήσει σταθερά στη θέση που είχε διαλέξει και μετά να τους οδηγήσει σε μια ξέφρενη επίθεση την αποφασιστική στιγμή!

Όλα ήταν ρυθμισμένα για τη στιγμή αυτή -ούτε ένα λεπτό νωρίτερα, οπότε οι Αθηναίοι θα έφταναν στον εχθρό ξέπνοοι και αποδιοργανωμένοι, ούτε ένα λεπτό αργότερα, οπότε πολλά από τα βέλη του εχθρού θα είχαν βρει το στόχο τους και ο μεγάλος αριθμός των ανδρών που θα έπεφταν και θα δίσταζαν θα έσπαγε την ορμή της εφόδου, η οποία θα έπρεπε να πέσει σαν χιονοστιβάδα στις γραμμές του εχθρού αν ήθελε να νικήσει. Θα έχουμε ευκαιρία να αναλύσουμε και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις αλλά ποτέ μια μεγαλύτερη από αυτή.»


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Ο Μιλτιαδης

Ο Μιλτιάδης (540 π.Χ. - περίπου 489 π.Χ.) ήταν ο Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός που οδήγησε τους Αθηναίους στην μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.).

Ο Μιλτιάδης ήταν αριστοκράτης από μία μεγάλη οικογένεια της Αθήνας. Το 518 διαδέχθηκε τον αδελφό του Στησαγόρα στη διακυβέρνηση της Θρακικής χερσονήσου. Το 515 διέλυσε μια εξέγερση χρησιμοποιώντας ένα σώμα 500 μισθοφόρων που είχε ως σωματοφυλακή, και δύο χρόνια αργότερα ακολούθησε τον Δαρείο Α', βασιλιά των Περσών, στην εκστρατεία του εναντίον των Σκύθων. Κατά την διάρκεια μιας εκστρατείας στην χερσόνησο της Κριμαίας παντρεύτηκε την Ηγησίπυλη της κόρη του Ολόρου, βασιλιά της Θράκης, με την οποία έκανε τον Κίμωνα. Πήρε μέρος στην Επανάσταση των Ιώνων το 499 π.Χ. αλλά μετά την ήττα τους το 494 τον επόμενο χρόνο με την εμφάνιση του Περσικού στόλου κατέφυγε στην Αθήνα.

Στην Αθήνα παρά τις κατηγορίες που του απευθύνονταν κυρίως από τους Αλκμεωνίδες για τυραννία στη χερσόνησο, πέτυχε να διοριστεί ως ένας από τους δέκα στρατηγούς για το διάστημα 490 - 489. Αμέσως μετά την εκλογή του το 490, ως στρατηγός των ελληνικών δυνάμεων νίκησε τους Πέρσες στη μάχη του Μαραθώνα αφού πέτυχε να πείσει τον Καλλίμαχο να δοθεί εκεί η μάχη. Το 489 οργάνωσε εκστρατεία στην Πάρο που είχε κατακτηθεί από τους Πέρσες έχοντας μάλιστα πείσει τους Αθηναίους να του χορηγήσουν 70 πλοία χωρίς να πει τον σκοπό της εκστρατείας.

Η εκστρατεία απέτυχε ενώ ο Μιλτιάδης, που είχε σπάσει το πόδι του, μετά την επιστροφή του στην Αθήνα κατηγορήθηκε για προδοσία από τον Ξάνθιππο, με την κατηγορία ότι εκστράτευσε για προσωπικούς λόγους εναντίον της Πάρου. Καταδικάστηκε αρχικά σε θάνατο αλλά αργότερα η ποινή μετατράπηκε σε πρόστιμο 50 ταλάντων, ποσό τόσο μεγάλο που ούτε ο πλούσιος Μιλτιάδης δεν μπόρεσε να πληρώσει. Επειδή δεν μπορούσε να πληρώσει το ποσό αυτό, ο Μιλτιάδης κλείστηκε στη φυλακή, όπου πέθανε λίγο αργότερα από γάγγραινα λόγο της πληγής στο πόδι του. Το πρόστιμο πλήρωσε αργότερα ο γιος του Κίμων.


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Η μαχη συμφωνα με τον Ηροδοτο



[6,103] Ἀθηναῖοι δὲ ὡς ἐπύθοντο ταῦτα, ἐβοήθεον καὶ αὐτοὶ ἐς τὸν Μαραθῶνα. ἦγον δὲ σφέας στρατηγοὶ δέκα, τῶν ὁ δέκατος ἦν Μιλτιάδης· τοῦ τὸν πατέρα Κίμωνα τὸν Στησαγόρεω κατέλαβε φυγεῖν ἐξ Ἀθηνέων Πεισίστρατον τὸν Ἱπποκράτεος. (2) καὶ αὐτῷ φεύγοντι Ὀλυμπιάδα ἀνελέσθαι τεθρίππῳ συνέβη, καὶ ταύτην μὲν τὴν νίκην ἀνελόμενόν μιν τὠυτὸ ἐξενείκασθαι τῷ ὁμομητρίῳ ἀδελφεῷ Μιλτιάδῃ· μετὰ δὲ τῇ ὑστέρῃ Ὀλυμπιάδι τῇσι αὐτῇσι ἵπποισι νικῶν παραδιδοῖ Πεισιστράτῳ ἀνακηρυχθῆναι, καὶ τὴν νίκην παρεὶς τούτῳ κατῆλθε ἐπὶ τὰ ἑωυτοῦ ὑπόσπονδος. (3) καί μιν ἀνελόμενον τῇσι αὐτῇσι ἵπποισι ἄλλην Ὀλυμπιάδα κατέλαβε ἀποθανεῖν ὑπὸ τῶν Πεισιστράτου παίδων, οὐκέτι περιεόντος αὐτοῦ Πεισιστράτου· κτείνουσι δὲ οὗτοί μιν κατὰ τὸ πρυτανήιον νυκτὸς ὑπείσαντες ἄνδρας. τέθαπται δὲ Κίμων πρὸ τοῦ ἄστεος, πέρην τῆς διὰ Κοίλης καλεομένης ὁδοῦ· καταντίον δ᾽ αὐτοῦ αἱ ἵπποι τεθάφαται αὗται αἱ τρεῖς Ὀλυμπιάδας ἀνελόμεναι. (4) ἐποίησαν δὲ καὶ ἄλλαι ἵπποι ἤδη τὠυτὸ τοῦτο Εὐαγόρεω Λάκωνος, πλέω δὲ τουτέων οὐδαμαί. ὁ μὲν δὴ πρεσβύτερος τῶν παίδων τῷ Κίμωνι Στησαγόρης ἦν τηνικαῦτα παρὰ τῷ πάτρῳ Μιλτιάδῃ τρεφόμενος ἐν τῇ Χερσονήσῳ, ὁ δὲ νεώτερος παρ᾽ αὐτῷ Κίμωνι ἐν Ἀθήνῃσι, οὔνομα ἔχων ἀπὸ τοῦ οἰκιστέω τῆς Χερσονήσου Μιλτιάδεω Μιλτιάδης.

[6,104] οὗτος δὴ ὦν τότε ὁ Μιλτιάδης ἥκων ἐκ τῆς Χερσονήσου καὶ ἐκπεφευγὼς διπλόον θάνατον ἐστρατήγεε Ἀθηναίων. ἅμα μὲν γὰρ οἱ Φοίνικες αὐτὸν οἱ ἐπιδιώξαντες μέχρι Ἴμβρου περὶ πολλοῦ ἐποιεῦντο λαβεῖν τε καὶ ἀναγαγεῖν παρὰ βασιλέα· (2) ἅμα δὲ ἐκφυγόντα τε τούτους καὶ ἀπικόμενον ἐς τὴν ἑωυτοῦ δοκέοντά τε εἶναι ἐν σωτηρίῃ ἤδη, τὸ ἐνθεῦτέν μιν οἱ ἐχθροὶ ὑποδεξάμενοι ὑπὸ δικαστήριον αὐτὸν ἀγαγόντες ἐδίωξαν τυραννίδος τῆς ἐν Χερσονήσῳ. ἀποφυγὼν δὲ καὶ τούτους στρατηγὸς οὕτω Ἀθηναίων ἀπεδέχθη, αἱρεθεὶς ὑπὸ τοῦ δήμου.









Αγγελιαφόρος στη Σπάρτη

[6,105] καὶ πρῶτα μὲν ἐόντες ἔτι ἐν τῷ ἄστεϊ οἱ στρατηγοὶ ἀποπέμπουσι ἐς Σπάρτην κήρυκα Φειδιππίδην Ἀθηναῖον μὲν ἄνδρα, ἄλλως δὲ ἡμεροδρόμην τε καὶ τοῦτο μελετῶντα· τῷ δή, ὡς αὐτός τε ἔλεγε Φειδιππίδης καὶ Ἀθηναίοισι ἀπήγγελλε, περὶ τὸ Παρθένιον ὄρος τὸ ὑπὲρ Τεγέης ὁ Πὰν περιπίπτει· (2) βώσαντα δὲ τὸ οὔνομα τοῦ Φειδιππίδεω τὸν Πᾶνα Ἀθηναίοισι κελεῦσαι ἀπαγγεῖλαι, δι᾽ ὅ τι ἑωυτοῦ οὐδεμίαν ἐπιμελείην ποιεῦνται ἐόντος εὐνόου Ἀθηναίοισι καὶ πολλαχῇ γενομένου σφι ἤδη χρησίμου, τὰ δ᾽ ἔτι καὶ ἐσομένου. (3) καὶ ταῦτα μὲν Ἀθηναῖοι, καταστάντων σφι εὖ ἤδη τῶν πρηγμάτων, πιστεύσαντες εἶναι ἀληθέα ἱδρύσαντο ὑπὸ τῇ ἀκροπόλι Πανὸς ἱρόν, καὶ αὐτὸν ἀπὸ ταύτης τῆς ἀγγελίης θυσίῃσι ἐπετείοισι καὶ λαμπάδι ἱλάσκονται.

[6,106] τότε δὲ πεμφθεὶς ὑπὸ τῶν στρατηγῶν ὁ Φειδιππίδης οὗτος, ὅτε πέρ οἱ ἔφη καὶ τὸν Πᾶνα φανῆναι, δευτεραῖος ἐκ τοῦ Ἀθηναίων ἄστεος ἦν ἐν Σπάρτῃ, ἀπικόμενος δὲ ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας ἔλεγε (2) “ὦ Λακεδαιμόνιοι, Ἀθηναῖοι ὑμέων δέονται σφίσι βοηθῆσαι καὶ μὴ περιιδεῖν πόλιν ἀρχαιοτάτην ἐν τοῖσι Ἕλλησι δουλοσύνῃ περιπεσοῦσαν πρὸς ἀνδρῶν βαρβάρων· καὶ γὰρ νῦν Ἐρέτριά τε ἠνδραπόδισται καὶ πόλι λογίμῳ ἡ Ἑλλὰς γέγονε ἀσθενεστέρη”. (3) ὃ μὲν δή σφι τὰ ἐντεταλμένα ἀπήγγελλε, τοῖσι δὲ ἕαδε μὲν βοηθέειν Ἀθηναίοισι, ἀδύνατα δέ σφι ἦν τὸ παραυτίκα ποιέειν ταῦτα, οὐ βουλομένοισι λύειν τὸν νόμον· ἦν γὰρ ἱσταμένου τοῦ μηνὸς εἰνάτη, εἰνάτῃ δὲ οὐκ ἐξελεύσεσθαι ἔφασαν μὴ οὐ πλήρεος ἐόντος τοῦ κύκλου.

[6,107] οὗτοι μέν νυν τὴν πανσέληνον ἔμενον. τοῖσι δὲ βαρβάροισι κατηγέετο Ἱππίης ὁ Πεισιστράτου ἐς τὸν Μαραθῶνα, τῆς παροιχομένης νυκτὸς ὄψιν ἰδὼν τοιήνδε· ἐδόκεε ὁ Ἱππίης τῇ μητρὶ τῇ ἑωυτοῦ συνευνηθῆναι. (2) συνεβάλετο ὦν ἐκ τοῦ ὀνείρου κατελθὼν ἐς τὰς Ἀθήνας καὶ ἀνασωσάμενος τὴν ἀρχὴν τελευτήσειν ἐν τῇ ἑωυτοῦ γηραιός. ἐκ μὲν δὴ τῆς ὄψιος συνεβάλετο ταῦτα, τότε δὲ κατηγεόμενος τοῦτο μὲν τὰ ἀνδράποδα τὰ ἐξ Ἐρετρίης ἀπέβησε ἐς τὴν νῆσον τὴν Στυρέων, καλεομένην δὲ Αἰγλείην, τοῦτο δὲ καταγομένας ἐς τὸν Μαραθῶνα τὰς νέας ὅρμιζε οὗτος, ἐκβάντας τε ἐς γῆν τοὺς βαρβάρους διέτασσε. (3) καί οἱ ταῦτα διέποντι ἐπῆλθε πταρεῖν τε καὶ βῆξαι μεζόνως ἢ ὡς ἐώθεε· οἷα δέ οἱ πρεσβυτέρῳ ἐόντι τῶν ὀδόντων οἱ πλεῦνες ἐσείοντο· τούτων ὦν ἕνα τῶν ὀδόντων ἐκβάλλει ὑπὸ βίης βήξας· ἐκπεσόντος δὲ ἐς τὴν ψάμμον αὐτοῦ ἐποιέετο σπουδὴν πολλὴν ἐξευρεῖν. (4) ὡς δὲ οὐκ ἐφαίνετό οἱ ὁ ὀδών, ἀναστενάξας εἶπε πρὸς τοὺς παραστάτας “ἡ γῆ ἥδε οὐκ ἡμετέρη ἐστί, οὐδέ μιν δυνησόμεθα ὑποχειρίην ποιήσασθαι· ὁκόσον δέ τι μοι μέρος μετῆν, ὁ ὀδὼν μετέχει”.

[6,108] Ἱππίης μὲν δὴ ταύτῃ τὴν ὄψιν συνεβάλετο ἐξεληλυθέναι. Ἀθηναίοισι δὲ τεταγμένοισι ἐν τεμένεϊ Ἡρακλέος ἐπῆλθον βοηθέοντες Πλαταιέες πανδημεί. καὶ γὰρ καὶ ἐδεδώκεσαν σφέας αὐτοὺς τοῖσι Ἀθηναίοισι οἱ Πλαταιέες, καὶ πόνους ὑπὲρ αὐτῶν οἱ Ἀθηναῖοι συχνοὺς ἤδη ἀναραιρέατο· ἔδοσαν δὲ ὧδε. (2) πιεζεύμενοι ὑπὸ Θηβαίων οἱ Πλαταιέες ἐδίδοσαν πρῶτα παρατυχοῦσι Κλεομένεΐ τε τῷ Ἀναξανδρίδεω καὶ Λακεδαιμονίοισι σφέας αὐτούς. οἳ δὲ οὐ δεκόμενοι ἔλεγόν σφι τάδε. “ἡμεῖς μὲν ἑκαστέρω τε οἰκέομεν, καὶ ὑμῖν τοιήδε τις γίνοιτ᾽ ἂν ἐπικουρίη ψυχρή· φθαίητε γὰρ ἂν πολλάκις ἐξανδραποδισθέντες ἤ τινα πυθέσθαι ἡμέων. (3) συμβουλεύομεν δὲ ὑμῖν δοῦναι ὑμέας αὐτοὺς Ἀθηναίοισι, πλησιοχώροισι τε ἀνδράσι καὶ τιμωρέειν ἐοῦσι οὐ κακοῖσι”. ταῦτα συνεβούλευον οἱ Λακεδαιμόνιοι οὐ κατὰ τὴν εὐνοίην οὕτω τῶν Πλαταιέων ὡς βουλόμενοι τοὺς Ἀθηναίους ἔχειν πόνους συνεστεῶτας Βοιωτοῖσι. (4) Λακεδαιμόνιοι μέν νυν Πλαταιεῦσι ταῦτα συνεβούλευον, οἳ δὲ οὐκ ἠπίστησαν, ἀλλ᾽ Ἀθηναίων ἱρὰ ποιεύντων τοῖσι δυώδεκα θεοῖσι ἱκέται ἱζόμενοι ἐπὶ τὸν βωμὸν ἐδίδοσαν σφέας αὐτούς. Θηβαῖοι δὲ πυθόμενοι ταῦτα ἐστρατεύοντο ἐπὶ τοὺς Πλαταιέας, Ἀθηναῖοι δέ σφι ἐβοήθεον. (5) μελλόντων δὲ συνάπτειν μάχην Κορίνθιοι οὐ περιεῖδον, παρατυχόντες δὲ καὶ καταλλάξαντες ἐπιτρεψάντων ἀμφοτέρων οὔρισαν τὴν χώρην ἐπὶ τοῖσιδε, ἐᾶν Θηβαίους Βοιωτῶν τοὺς μὴ βουλομένους ἐς Βοιωτοὺς τελέειν. Κορίνθιοι μὲν δὴ ταῦτα γνόντες ἀπαλλάσσοντο, Ἀθηναίοισι δὲ ἀπιοῦσι ἐπεθήκαντο Βοιωτοί, ἐπιθέμενοι δὲ ἑσσώθησαν τῇ μάχῃ. (6) ὑπερβάντες δὲ οἱ Ἀθηναῖοι τοὺς οἱ Κορίνθιοι ἔθηκαν Πλαταιεῦσι εἶναι οὔρους, τούτους ὑπερβάντες τὸν Ἀσωπὸν αὐτὸν ἐποιήσαντο οὖρον Θηβαίοισι πρὸς Πλαταιέας εἶναι καὶ Ὑσιάς. ἔδοσαν μὲν δὴ οἱ Πλαταιέες σφέας αὐτοὺς Ἀθηναίοισι τρόπῳ τῷ εἰρημένῳ, ἧκον δὲ τότε ἐς Μαραθῶνα βοηθέοντες.




























Οι διαφορετικές απόψεις

[6,109] τοῖσι δὲ Ἀθηναίων στρατηγοῖσι ἐγίνοντο δίχα αἱ γνῶμαι, τῶν μὲν οὐκ ἐώντων συμβαλεῖν (ὀλίγους γὰρ εἶναι στρατιῇ τῇ Μήδων συμβάλλειν) τῶν δὲ καὶ Μιλτιάδεω κελευόντων. (2) ὡς δὲ δίχα τε ἐγίνοντο καὶ ἐνίκα ἡ χείρων τῶν γνωμέων, ἐνθαῦτα, ἦν γὰρ ἑνδέκατος ψηφιδοφόρος ὁ τῷ κυάμῳ λαχὼν Ἀθηναίων πολεμαρχέειν (τὸ Παλαιὸν γὰρ Ἀθηναῖοι ὁμόψηφον τὸν πολέμαρχον ἐποιεῦντο τοῖσι στρατηγοῖσι), ἦν δὲ τότε πολέμαρχος Καλλίμαχος Ἀφιδναῖος· πρὸς τοῦτον ἐλθὼν Μιλτιάδης ἔλεγε τάδε. (3) “ἐν σοὶ νῦν Καλλίμαχε ἐστὶ ἢ καταδουλῶσαι Ἀθήνας ἢ ἐλευθέρας ποιήσαντα μνημόσυνα λιπέσθαι ἐς τὸν ἅπαντα ἀνθρώπων βίον οἷα οὐδὲ Ἁρμόδιός τε καὶ Ἀριστογείτων λείπουσι. νῦν γὰρ δὴ ἐξ οὗ ἐγένοντο Ἀθηναῖοι ἐς κίνδυνον ἥκουσι μέγιστον, καὶ ἢν μέν γε ὑποκύψωσι τοῖσι Μήδοισι, δέδοκται τὰ πείσονται παραδεδομένοι Ἱππίῃ, ἢν δὲ περιγένηται αὕτη ἡ πόλις, οἵη τε ἐστὶ πρώτη τῶν Ἑλληνίδων πολίων γενέσθαι. (4) κῶς ὦν δὴ ταῦτα οἷά τε ἐστὶ γενέσθαι, καὶ κῶς ἐς σέ τοι τούτων ἀνήκει τῶν πρηγμάτων τὸ κῦρος ἔχειν, νῦν ἔρχομαι φράσων. ἡμέων τῶν στρατηγῶν ἐόντων δέκα δίχα γίνονται αἱ γνῶμαι, τῶν μὲν κελευόντων τῶν δὲ οὒ συμβάλλειν. (5) ἢν μέν νυν μὴ συμβάλωμεν, ἔλπομαι τινὰ στάσιν μεγάλην διασείσειν ἐμπεσοῦσαν τὰ Ἀθηναίων φρονήματα ὥστε μηδίσαι· ἢν δὲ συμβάλωμεν πρίν τι καὶ σαθρὸν Ἀθηναίων μετεξετέροισι ἐγγενέσθαι, θεῶν τὰ ἴσα νεμόντων οἷοί τε εἰμὲν περιγενέσθαι τῇ συμβολῇ. (6) ταῦτα ὦν πάντα ἐς σὲ νῦν τείνει καὶ ἐκ σέο ἤρτηται. ἢν γὰρ σὺ γνώμῃ τῇ ἐμῇ προσθῇ, ἔστι τοι πατρίς τε ἐλευθέρη καὶ πόλις πρώτη τῶν ἐν τῇ Ἑλλάδι· ἢν δὲ τὴν τῶν ἀποσπευδόντων τὴν συμβολὴν ἕλῃ, ὑπάρξει τοι τῶν ἐγὼ κατέλεξα ἀγαθῶν τὰ ἐναντία”.

[6,110] ταῦτα λέγων ὁ Μιλτιάδης προσκτᾶται τὸν Καλλίμαχον· προσγενομένης δὲ τοῦ πολεμάρχου τῆς γνώμης ἐκεκύρωτο συμβάλλειν. μετὰ δὲ οἱ στρατηγοὶ τῶν ἡ γνώμη ἔφερε συμβάλλειν, ὡς ἑκάστου αὐτῶν ἐγίνετο πρυτανηίη τῆς ἡμέρης, Μιλτιάδῃ παρεδίδοσαν· ὁ δὲ δεκόμενος οὔτι κω συμβολὴν ἐποιέετο, πρίν γε δὴ αὐτοῦ πρυτανηίη ἐγένετο.
















Η μάχη

[6,111] ὡς δὲ ἐς ἐκεῖνον περιῆλθε, ἐνθαῦτα δὴ ἐτάσσοντο ὧδε οἱ Ἀθηναῖοι ὡς συμβαλέοντες· τοῦ μὲν δεξιοῦ κέρεος ἡγέετο ὁ πολέμαρχος Καλλίμαχος· ὁ γὰρ νόμος τότε εἶχε οὕτω τοῖσι Ἀθηναίοισι, τὸν πολέμαρχον ἔχειν κέρας τὸ δεξιόν· ἡγεομένου δὲ τούτου ἐξεδέκοντο ὡς ἀριθμέοντο αἱ φυλαὶ ἐχόμεναι ἀλληλέων, τελευταῖοι δὲ ἐτάσσοντο ἔχοντες τὸ εὐώνυμον κέρας Πλαταιέες. (2) ἀπὸ ταύτης (γάρ) σφι τῆς μάχης, Ἀθηναίων θυσίας ἀναγόντων ἐς τὰς πανηγύριας τὰς ἐν τῇσι πεντετηρίσι γινομένας, κατεύχεται ὁ κῆρυξ ὁ Ἀθηναῖος ἅμα τε Ἀθηναίοισι λέγων γίνεσθαι τὰ ἀγαθὰ καὶ Πλαταιεῦσι. (3) τότε δὲ τασσομένων τῶν Ἀθηναίων ἐν τῷ Μαραθῶνι ἐγίνετο τοιόνδε τι· τὸ στρατόπεδον ἐξισούμενον τῷ Μηδικῷ στρατοπέδῳ, τὸ μὲν αὐτοῦ μέσον ἐγίνετο ἐπὶ τάξιας ὀλίγας, καὶ ταύτῃ ἦν ἀσθενέστατον τὸ στρατόπεδον, τὸ δὲ κέρας ἑκάτερον ἔρρωτο πλήθεϊ.

[6,112] ὡς δέ σφι διετέτακτο καὶ τὰ σφάγια ἐγίνετο καλά, ἐνθαῦτα ὡς ἀπείθησαν οἱ Ἀθηναῖοι δρόμῳ ἵεντο ἐς τοὺς βαρβάρους. ἦσαν δὲ στάδιοι οὐκ ἐλάσσονες τὸ μεταίχμιον αὐτῶν ἢ ὀκτώ. (2) οἱ δὲ Πέρσαι ὁρέοντες δρόμῳ ἐπιόντας παρεσκευάζοντο ὡς δεξόμενοι, μανίην τε τοῖσι Ἀθηναίοισι ἐπέφερον καὶ πάγχυ ὀλεθρίην, ὁρέοντες αὐτοὺς ὀλίγους καὶ τούτους δρόμῳ ἐπειγομένους, οὔτε ἵππου ὑπαρχούσης σφι οὔτε τοξευμάτων. (3) ταῦτα μέν νυν οἱ βάρβαροι κατείκαζον· Ἀθηναῖοι δὲ ἐπείτε ἀθρόοι προσέμιξαν τοῖσι βαρβάροισι, ἐμάχοντο ἀξίως λόγου. πρῶτοι μὲν γὰρ Ἑλλήνων πάντων τῶν ἡμεῖς ἴδμεν δρόμῳ ἐς πολεμίους ἐχρήσαντο, πρῶτοι δὲ ἀνέσχοντο ἐσθῆτά τε Μηδικὴν ὁρέοντες καὶ τοὺς ἄνδρας ταύτην ἐσθημένους· τέως δὲ ἦν τοῖσι Ἕλλησι καὶ τὸ οὔνομα τὸ Μήδων φόβος ἀκοῦσαι.

[6,113] μαχομένων δὲ ἐν τῷ Μαραθῶνι χρόνος ἐγίνετο πολλός, καὶ τὸ μὲν μέσον τοῦ στρατοπέδου ἐνίκων οἱ βάρβαροι, τῇ Πέρσαι τε αὐτοὶ καὶ Σάκαι ἐτετάχατο· κατὰ τοῦτο μὲν δὴ ἐνίκων οἱ βάρβαροι καὶ ῥήξαντες ἐδίωκον ἐς τὴν μεσόγαιαν, τὸ δὲ κέρας ἑκάτερον ἐνίκων Ἀθηναῖοί τε καὶ Πλαταιέες· (2) νικῶντες δὲ τὸ μὲν τετραμμένον τῶν βαρβάρων φεύγειν ἔων, τοῖσι δὲ τὸ μέσον ῥήξασι αὐτῶν συναγαγόντες τὰ κέρεα ἀμφότερα ἐμάχοντο, καὶ ἐνίκων Ἀθηναῖοι. φεύγουσι δὲ τοῖσι Πέρσῃσι εἵποντο κόπτοντες, ἐς ὃ ἐς τὴν θάλασσαν ἀπικόμενοι πῦρ τε αἴτεον καὶ ἐπελαμβάνοντο τῶν νεῶν.

[6,114] καὶ τοῦτο μὲν ἐν τούτῳ τῷ πόνῳ ὁ πολέμαρχος διαφθείρεται, ἀνὴρ γενόμενος ἀγαθός, ἀπὸ δ᾽ ἔθανε τῶν στρατηγῶν Στησίλεως ὁ Θρασύλεω· τοῦτο δὲ Κυνέγειρος ὁ Εὐφορίωνος ἐνθαῦτα ἐπιλαμβανόμενος τῶν ἀφλάστων νεός, τὴν χεῖρα ἀποκοπεὶς πελέκεϊ πίπτει, τοῦτο δὲ ἄλλοι Ἀθηναίων πολλοί τε καὶ ὀνομαστοί.

[6,115] ἑπτὰ μὲν δὴ τῶν νεῶν ἐπεκράτησαν τρόπῳ τοιῷδε Ἀθηναῖοι· τῇσι δὲ λοιπῇσι οἱ βάρβαροι ἐξανακρουσάμενοι, καὶ ἀναλαβόντες ἐκ τῆς νήσου ἐν τῇ ἔλιπον τὰ ἐξ Ἐρετρίης ἀνδράποδα, περιέπλεον Σούνιον βουλόμενοι φθῆναι τοὺς Ἀθηναίους ἀπικόμενοι ἐς τὸ ἄστυ. αἰτίην δὲ ἔσχε ἐν Ἀθηναίοισι ἐξ Ἀλκμεωνιδέων μηχανῆς αὐτοὺς ταῦτα ἐπινοηθῆναι· τούτους γὰρ συνθεμένους τοῖσι Πέρσῃσι ἀναδέξαι ἀσπίδα ἐοῦσι ἤδη ἐν τῇσι νηυσί.

[6,116] οὗτοι μὲν δὴ περιέπλεον Σούνιον· Ἀθηναῖοι δὲ ὡς ποδῶν εἶχον τάχιστα ἐβοήθεον ἐς τὸ ἄστυ, καὶ ἔφθησάν τε ἀπικόμενοι πρὶν ἢ τοὺς βαρβάρους ἥκειν, καὶ ἐστρατοπεδεύσαντο ἀπιγμένοι ἐξ Ἡρακλείου τοῦ ἐν Μαραθῶνι ἐν ἄλλῳ Ἡρακλείῳ τῷ ἐν Κυνοσάργεϊ. οἱ δὲ βάρβαροι τῇσι νηυσὶ ὑπεραιωρηθέντες Φαλήρου, τοῦτο γὰρ ἦν ἐπίνειον τότε τῶν Ἀθηναίων, ὑπὲρ τούτου ἀνακωχεύσαντες τὰς νέας ἀπέπλεον ὀπίσω ἐς τὴν Ἀσίην.

[6,117] ἐν ταύτῃ τῇ ἐν Μαραθῶνι μάχῃ ἀπέθανον τῶν βαρβάρων κατὰ ἑξακισχιλίους καὶ τετρακοσίους ἄνδρας, Ἀθηναίων δὲ ἑκατὸν καὶ ἐνενήκοντα καὶ δύο. ἔπεσον μὲν ἀμφοτέρων τοσοῦτοι.


Το κείμενο είναι αντιγραμμένο από το Hodoi Du texte à l'hypertexte

103 [ ] Τον αθηναϊκό στρατό διοικούσαν δέκα στρατηγοί, από τους οποίους τελευταίος ήταν ο Μιλτιάδης. Ο πατέρας του, ο Κίμωνας, γιος του Στησαγόρα, είχε εξοριστεί από την Αθήνα από τον Πεισίστρατο, γιο του Ιπποκράτη. Ενώ βρισκόταν στην εξορία, είχε την τύχη να κερδίσει τον αγώνα με τον τέθριππο στην Ολυμπία κι έτσι να αποσπάσει την ίδια δόξα με τον ομομήτριο αδερφό του, Μιλτιάδη. Στους επόμενους Ολυμπιακούς αγώνες, κέρδισε πάλι το έπαθλο με τα ίδια άλογα, αλλά αυτή τη φορά παραιτήθηκε από τη νίκη για χάρη του Πεισίστρατου· γι αυτήν του την πράξη, ο τελευταίος του επέτρεψε να γυρίσει στην Αθήνα. Σε μια μεταγενέστερη διοργάνωση των Ολυμπιακών, κέρδισε για τρίτη φορά τη νίκη, πάντα με τα ίδια άλογα. Λίγο αργότερα, αφού πέθανε ο Πεισίστρατος, δολοφονήθηκε από τους γιους του τυράννου, που έστειλαν τη νύχτα μερικούς άνδρες να του στήσουν ενέδρα στο δρόμο κοντά στο πρυτανείο. Θάφτηκε έξω από την Αθήνα, στην άλλη πλευρά του δρόμου που λέγεται Κοίλη οδός και απέναντι από τον τάφο του θάφτηκαν τα άλογα με τα οποία είχε κερδίσει τρεις φορές στην Ολυμπιάδα. Τριπλή νίκη είχε επιτευχθεί από μια μοναδική ομάδα αλόγων, αυτή του Ευαγόρα από τη Λακωνία· από τότε, δεν το έχει κατορθώσει κανείς άλλος. Την εποχή εκείνη, ο Στησαγόρας, πρωτότοκος από τους δύο γιους του, ζούσε στη Χερσόνησο με το θείο του, Μιλτιάδη, ενώ ο μικρότερος, που είχε πάρει το όνομα Μιλτιάδης από το μεσολαβητή στη Χερσόνησο, βρισκόταν με τον πατέρα του στην Αθήνα.

104. Αυτός ο Μιλτιάδης έγινε τώρα ένας από τους δέκα στρατηγούς των Αθηναίων. Είχε έρθει πρόσφατα από τη Χερσόνησο και δυο φορές λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή του. Τη μια όταν τον καταδίωξαν οι Φοίνικες μέχρι την Ίμβρο, προσπαθώντας να τον συλλάβουν και να τον πάνε στον βασιλιά, και τη δεύτερη, όταν, αφού γλίτωσε απ’ αυτή την απειλή κι έφτασε στην ασφάλεια της πατρίδας του, βρήκε τους εχθρούς του να τον περιμένουν και σύρθηκε στα δικαστήρια για την τυραννική διακυβέρνησή του στη Χερσόνησο. Πάντως, ξέφυγε κι απ’ αυτό τον κίνδυνο και μετά τη νίκη του, εκλέχτηκε στρατηγός από το λαό.


Αγγελιαφόρος στη Σπάρτη

105. Προτού φύγουν από την πόλη, οι Αθηναίοι στρατηγοί έστειλαν ένα μήνυμα στη Σπάρτη. Αγγελιαφόρος ήταν ένας Αθηναίος που λεγόταν Φειδιππίδης επαγγελματίας δρομέας μεγάλων αποστάσεων. Σύμφωνα με την αναφορά που έδωσε στους Αθηναίους όταν επέστρεψε, συνάντησε το θεό Πάνα στο όρος Παρθένιο, πάνω από την Τεγέα. Ο Πάνας, είπε, τον φώναξε με τ’ όνομά του και του είπε να ρωτήσει τους Αθηναίους γιατί τον αγνοούσαν, παρ’ όλο που εκείνος ήταν φιλικός απέναντί τους και, μάλιστα, τους είχε φανεί χρήσιμος αρκετές φορές στο παρελθόν και θα μπορούσε να το κάνει και στο μέλλον. Οι Αθηναίοι πίστεψαν την ιστορία του Φειδιππίδη και μόλις η ζωή τους επανήλθε στο φυσιολογικό, έχτισαν ένα ναό στον Πάνα κάτω από την Ακρόπολη και, από τότε που πήραν το μήνυμά του, οργανώνουν μια ετήσια γιορτή, με λαμπαδηδρομία και θυσίες, για να έχουν την εύνοιά του.

106. Ο Φειδιππίδης λοιπόν —που ανέλαβε την αποστολή από τους στρατηγούς της Αθήνας και συνάντησε τον Πάνα— έφτασε στη Σπάρτη την επόμενη μέρα που έφυγε από την Αθήνα και παρέδωσε στους άρχοντες των Σπαρτιατών το μήνυμα που έλεγε: «Άνδρες της Σπάρτης, οι Αθηναίοι σας ζητούν να τους βοηθήσετε και να μη μείνετε απλοί θεατές της επικείμενης συντριβής και υποδούλωσης της αρχαιότερης πόλης της Ελλάδας από ένα βάρβαρο εισβολέα· αυτή τη στιγμή, η Ερέτρια έχει πέσει στα χέρια του κι η Ελλάδα είναι πιο αδύναμη μετά την απώλεια μιας αξιόλογης πόλης της». Αυτός είπε όσα είχε πάρει εντολή να πει. Οι Σπαρτιάτες, μολονότι ήθελαν να στείλουν βοήθεια στην Αθήνα, δεν μπορούσαν να το κάνουν αμέσως γιατί θα καταπατούσαν τους νόμους τους. Ήταν η ένατη μέρα του μήνα και δεν έπρεπε να αρχίσουν εχθροπραξίες προτού γεμίσει το φεγγάρι.

107. Έτσι, περίμεναν την πανσέληνο ενώ στο μεταξύ, ο Ιππίας, γιος του Πεισίστρατου, οδηγούσε τους Πέρσες στο Μαραθώνα. Την προηγούμενη νύχτα ο Ιππίας ονειρεύτηκε ότι κοιμόταν με τη μητέρα του και υπέθεσε ότι το όνειρο σήμαινε πως θα επέστρεφε στην Αθήνα, θα ανακτούσε την εξουσία και θα πέθαινε ειρηνικά στην πατρίδα του σε βαθιά γεράματα. Ας αφήσουμε όμως την ερμηνεία του ονείρου του. Την επομένη, οδηγώντας τους εισβολείς μέσα στα αθηναϊκά εδάφη, αποβίβασε τους Ερετριείς αιχμάλωτους στην Αιγίλια, ένα νησί που ήταν στην επικράτεια της πόλης Στύρα, οδήγησε τον στόλο στο λιμάνι του Μαραθώνα κι αφού αποβιβάστηκε ο στρατός στην ξηρά, έδωσε οδηγίες πως να παραταχτεί. Σε μια στιγμή, άρχισε να βήχει και να φτερνίζεται δυνατότερα απ’ ό,τι συνήθως και, αφού ήταν γέρος πια και τα περισσότερα δόντια του ήταν χαλασμένα, άθελά του έφτυσε ένα. Έπεσε κάπου στην άμμο κι όσο κι αν έψαξε, δεν το βρήκε πουθενά. Ο Ιππίας τότε στράφηκε στους συντρόφους του και είπε μ’ ένα βαθύ στεναγμό: «Αυτή η γη δεν είναι δική μας και δεν θα καταφέρουμε ποτέ να την κατακτήσουμε. Το μόνο κομμάτι της που μου ανήκει είναι ο χώρος που καταλαμβάνει το δόντι μου».

108. Έτσι, κατανόησε τελικά το πραγματικό νόημα του ονείρου. Τα αθηναϊκά στρατεύματα είχαν παραταχτεί σ’ ένα κομμάτι γης που ήταν ιερός χώρος του Ηρακλή κι εκεί τους συνάντησαν οι Πλαταιείς, που ήρθαν να τους υποστηρίξουν με όλο τον διαθέσιμο στρατό τους. Λίγο καιρό πριν, οι Πλαταιείς είχαν παραδώσει την ανεξαρτησία τους στους Αθηναίους, οι οποίοι είχαν ήδη, με τη σειρά τους, προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στις Πλαταιές σε πολλές και δύσκολες καταστάσεις. Και να πώς συνέβη. Οι Πλαταιές πιέζονταν από τη Θήβα και, αφού ο Κλεομένης, γιος του Αναξανδρίδη, βρισκόταν στην περιοχή με σπαρτιατικό στρατό, οι Πλαταιείς παραδόθηκαν στην αρχή στα χέρια των Σπαρτιατών. Αυτοί, ωστόσο, αρνήθηκαν την προσφορά λέγοντας: «Κατοικούμε πολύ μακριά κι η συμμαχία σας μαζί μας θα είναι μαύρη παρηγοριά· θα μπορούσαν να σας υποδουλώσουν πολλές φορές πριν εμείς ακούσουμε το παραμικρό. Σας συμβουλεύουμε να πλησιάσετε τους Αθηναίους· η Αθήνα είναι πολύ πιο κοντά σας κι η βοήθεια του λαού της δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητη. Η συμβουλή αυτή δε δόθηκε από καλή θέληση προς τις Πλαταιές, αλλά είχε σκοπό να εμπλέξει την Αθήνα σε συγκρούσεις με τους Βοιωτούς. Παρ’ όλα αυτά, οι Πλαταιείς την ακολούθησαν. Έστειλαν μια πρεσβεία στους Αθηναίους, οι οποίοι έτυχε να ασχολούνται με τις θυσίες τους προς τιμήν των Δώδεκα Θεών, οι πρέσβεις κάθισαν δίπλα στον βωμό ως ικέτες και παραδόθηκαν. Όταν έμαθαν οι Θηβαίοι την ενέργεια αυτή των Πλαταιών, έστειλαν αμέσως στρατό εναντίον τους. Οι Αθηναίοι έσπευσαν να υπερασπιστούν την πόλη που είχαν υπό την προστασία τους αλλά, τη στιγμή που ήταν έτοιμη να ξεσπάσει η μάχη, επενέβησαν οι Κορίνθιοι. Όταν δέχτηκαν κι οι δυο πλευρές να υποβάλουν τη διαφωνία τους στη διαιτησία των Κορινθίων, καθόρισαν τα σύνορα ανάμεσα στις δυο χώρες, με τον όρο ότι οι Θηβαίοι δε θα αναμειγνύονταν στα εσωτερικά των Βοιωτών που δεν ήθελαν να ανήκουν στο κράτος αυτό. Οι Κορίνθιοι, αφού έβγαλαν αυτή την απόφαση, γύρισαν στην πατρίδα τους κι οι Αθηναίοι είχαν ξεκινήσει για την πόλη τους, όταν δέχτηκαν επίθεση από τους Βοιωτούς. Στη μάχη που ακολούθησε, οι Αθηναίοι νίκησαν και προέλασαν πέρα από τα σύνορα που είχαν καθορίσει για τους Πλαταιείς οι Κορίνθιοι, για να επιβάλουν τον Ασωπό ως όριο ανάμεσα στα εδάφη της Θήβας από τη μια μεριά και των Πλαταιών και των Υσιών από την άλλη. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες αφέθηκε ο λαός των Πλαταιών στα χέρια των Αθηναίων κι αυτό τους ώθησε να σπεύσουν να τους βοηθήσουν στον Μαραθώνα.


Οι διαφορετικές απόψεις

109. Οι απόψεις των Αθηναίων στρατηγών διχάζονταν: μερικοί ήταν ενάντια στην προοπτική μιας αναμέτρησης, (με το επιχείρημα ότι ο αθηναϊκός στρατός ήταν πολύ μικρός για να αντιμετωπίσει τους Μήδους)· άλλοι - ανάμεσα στους οποίους ήταν κι ο Μιλτιάδης— υποστήριζαν ότι έπρεπε να πολεμήσουν. Για λίγο, όλα έδειχναν ότι θα επικρατούσε η χειρότερη άποψη και αυτό θα γινόταν, αν δεν έκανε κάτι ο Μιλτιάδης. Εκτός από τους δέκα στρατηγούς, υπήρχε κι άλλο ένα άτομο που είχε δικαίωμα ψήφου, ο πολέμαρχος, που επιλεγόταν με κλήρωση. Αυτό το αξίωμα (που παλιότερα είχε την ίδια βαρύτητα σε αποφάσεις σχετικές με τον πόλεμο με την ψήφο των στρατηγών) το είχε εκείνη την εποχή ο Καλλίμαχος από τις Αφίδνες. Σ’ αυτόν, λοιπόν, στράφηκε ο Μιλτιάδης και είπε: «Τώρα είναι στο χέρι σου, Καλλίμαχε, ή να οδηγήσεις την Αθήνα στη δουλεία ή να την ελευθερώσεις και ν' αφήσεις στις μελλοντικές γενιές μια μνήμη πιο ένδοξη απ’ αυτή του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα. Ποτέ πριν στην ιστορία της δε βρέθηκε η Αθήνα αντιμέτωπη με τόσο φοβερό κίνδυνο. Αν υποταχτούμε στους Πέρσες, ο Ιππίας θ’ αναλάβει πάλι την εξουσία — και δεν υπάρχει αμφιβολία για τη δυστυχία που θα μας φέρει· αν πολεμήσουμε και νικήσουμε, όμως, τότε η πόλη μας θα είναι η επικρατέστερη απ’ όλες τις ελληνικές πόλεις Αν με ρωτήσεις πώς θα γίνει αυτό και γιατί είναι στα χέρια σου η τελική απόφαση, θα σου πω το εξής. Εμείς οι στρατηγοί είμαστε δέκα και δεν συμφωνούμε για το πώς πρέπει να δράσουμε· οι μισοί είμαστε υπέρ της μάχης κι οι άλλοι μισοί κατά. Αν δε συγκρουστούμε με τους Πέρσες, δεν αμφιβάλλω ούτε στιγμή ότι θα καταλήξουμε σε φοβερή διχόνοια· ο σκοπός μας θα κλονιστεί και τελικά θα υποταχτούμε με τη θέλησή μας στους Πέρσες. Αν όμως πολεμήσουμε πριν φανεί γενικά η πτώση του ηθικού μας τότε, αν οι θεοί μας φερθούν δίκαια, μπορεί και να υπερισχύσουμε. Δική σου είναι η απόφαση· όλα εξαρτώνται από σένα· υποστήριξέ με και η πόλη μας θα είναι ελεύθερη και αρχόντισσα ολόκληρης της Ελλάδας. Αν ψηφίσεις ενάντια στη μάχη, δεν θα ζήσεις αυτή την ευτυχία αλλά το αντίθετο».

110. Τα λόγια του Μιλτιάδη βρήκαν στόχο και με την ψήφο του Καλλίμαχου πάρθηκε η απόφαση να προχωρήσουν στη μάχη. Οι στρατηγοί έχουν ηγετική θέση με τη σειρά, για μια μέρα ο καθένας· όσοι απ’ αυτούς συμπαρατάχτηκαν στην ψηφοφορία με το Μιλτιάδη, πρότειναν, όταν ήρθε η σειρά τους να του την παραχωρήσουν. Ο Μιλτιάδης δέχτηκε, αλλά διέταξε να μην κινηθεί ο στρατός παρά μόνο όταν ήρθε η μέρα που ήταν έτσι κι αλλιώς η σειρά του.


Η μάχη

111. Τότε οι Αθηναίοι παρατάχτηκαν για τη μάχη. Η δεξιά πτέρυγα ήταν κάτω από τις διαταγές του Καλλίμαχου, αφού οι Αθηναίοι συνήθιζαν εκείνη την εποχή να παραχωρούν στον πολέμαρχο τη διοίκηση αυτής της πτέρυγας· ακολουθούσαν οι διάφορες φυλές, στη συνηθισμένη σειρά τους και, τελικά, στην αριστερή πτέρυγα, παρατάχτηκαν οι Πλαταιείς. Από τη μάχη του Μαραθώνα και μετά, όταν οι Αθηναίοι κάνουν θυσίες στις ανά τετραετία γιορτές τους ο κήρυκας της Αθήνας συνδέει τα ονόματα της Αθήνας και των Πλαταιών στην προσευχή για την εύνοια των θεών. Μια συνέπεια της παράταξης των αθηναϊκών στρατευμάτων για τη μάχη ήταν η αποδυνάμωση του κέντρου στην προσπάθεια να απλωθούν αρκετά οι γραμμές, ώστε να καλύπτουν ολόκληρο το μέτωπο των Μήδων· τα δύο άκρα ήταν αρκετά ισχυρά, ενώ το κέντρο είχε λίγες μόνο γραμμές βάθος.

112. Αφού παρατάχτηκαν οι άνδρες και οι προκαταρκτικές θυσίες υποσχέθηκαν νίκη, δόθηκε το σύνθημα κι οι Αθηναίοι ξεκίνησαν τρέχοντας προς τις γραμμές του εχθρού, όχι λιγότερο από οχτώ στάδια μακριά. Οι Πέρσες, ξαφνιασμένοι που οι εχθροί τους πλησίαζαν τρέχοντας, ετοιμάστηκαν να τους αντιμετωπίσουν, με την πεποίθηση ότι οι Αθηναίοι αυτοκτονούσαν τολμώντας άμεση επίθεση, και μάλιστα με δρομαία έφοδο, με τόσο λίγες δυνάμεις, χωρίς την υποστήριξη ιππικού ή τοξοτών. Έτσι σκέφτηκαν αυτοί· οι Αθηναίοι, πάντως, πλησίασαν σε όλο το μήκος του μετώπου και πολέμησαν με αλησμόνητο τρόπο. Ήταν οι πρώτοι Έλληνες, απ’ όσο ξέρω, που επιτέθηκαν τρέχοντας και οι πρώτοι που αντίκρισαν χωρίς φόβο τη Μηδική ενδυμασία και τους άνδρες που τη φορούσαν· γιατί, ως τότε, κανείς Έλληνας δεν άντεχε ούτε ν’ ακούσει το όνομα Μήδος χωρίς να νιώσει τρόμο.

113. Η μάχη στον Μαραθώνα είχε μεγάλη διάρκεια. Στο κέντρο, όπου είχαν παραταχτεί οι ίδιοι οι Πέρσες και οι Σάκες, οι εισβολείς υπερτερούσαν, σε βαθμό, μάλιστα, που έσπασαν τις γραμμές των Ελλήνων και καταδίωξαν τους φυγάδες προς τα ηπειρωτικά· οι Αθηναίοι, όμως, από τη μια πτέρυγα και οι Πλαταιείς από την άλλη, βγήκαν νικητές. Μόλις νίκησαν, άφησαν τους ηττημένους εχθρούς να υποχωρήσουν κι έπειτα, ενώνοντας τα δυο άκρα, στράφηκαν ενάντια στους Πέρσες που είχαν διαπεράσει το κέντρο. Και πάλι κατάφεραν να υπερισχύσουν, κυνηγώντας τον οικτρά ηττημένο εχθρό και πετσοκόβοντας τις δυνάμεις του μέχρι που έφτασαν στη θάλασσα, όπου απείλησαν να καταλάβουν και να κάψουν τα πλοία.

114. Σ’ αυτή τη φάση του αγώνα σκοτώθηκε ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, πολεμώντας γενναία, όπως κι ο Στησίλαος, γιος του Θρασύλη, ένας από τους στρατηγούς· επίσης, ο Κυνέγειρος, γιος του Ευφορίωνα, έχασε το χέρι του από τσεκούρι ανεβαίνοντας στην πρύμνη ενός πλοίου και, τελικά, και τη ζωή του, μαζί με πολλούς άλλους γνωστούς Αθηναίους.

115. Οι Αθηναίοι ακινητοποίησαν επτά πλοία· τα υπόλοιπα, όμως, κατάφεραν να φύγουν κι οι Πέρσες, αφού πήραν τους αιχμαλώτους από την Ερέτρια που είχαν αφήσει στην Αιγίλια, περιέπλευσαν το Σούνιο με κατεύθυνση την Αθήνα, ελπίζοντας ότι θα έφταναν εκεί πριν τον αθηναϊκό στρατό. Στην Αθήνα, οι Αλκμεωνίδες κατηγορήθηκαν ότι αυτοί πρότειναν αυτή την κίνηση στους Πέρσες· ειπώθηκε πως είχαν συνεννοηθεί με τους Πέρσες και σήκωσαν μια ασπίδα ως σύνθημα για να ξεκινήσουν την ώρα που αυτοί βρίσκονταν ήδη στα πλοία.

116. Ενώ ο περσικός στόλος περιέπλεε το ακρωτήριο, οι Αθηναίοι έτρεξαν στην πόλη τους με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα για να την υπερασπιστούν και κατάφεραν να φτάσουν πριν τον εχθρό. Όπως στον Μαραθώνα το αθηναϊκό στρατόπεδο βρισκόταν πάνω σε ιερό έδαφος του Ηρακλή, έτσι και τώρα στρατοπέδευσαν στον άλλο ιερό χώρο του Ηρακλή, στο Κυνόσαργες. Όταν εμφανίστηκε ο περσικός στόλος, αγκυροβόλησε για λίγο έξω από το Φάληρο (που, εκείνη την εποχή, ήταν το σπουδαιότερο λιμάνι των Αθηνών) κι έπειτα απέπλευσε για την Ασία.

117. Στη μάχη του Μαραθώνα, σκοτώθηκαν περίπου έξι χιλιάδες τετρακόσιοι Πέρσες· οι απώλειες των Αθηναίων ήταν εκατόν ενενήντα δύο άνδρες. Τόσοι ήταν οι νεκροί και από τις δυο πλευρές.


Η μετάφραση είναι αντιγραμμένη από τη σειρά "ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ" των εκδόσεων Οδυσσέας Χατζόπουλος.


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Τα 5 μυστηρια της μαχης του Μαραθωνα


Καθώς στην Ιωνία οι ελληνικές πόλεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν μεγάλα κέντρα, όπως η Μίλητος και η Αλικαρνασσός, δε μπόρεσαν να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους περιήλθαν υπό την κυριαρχία της περσικής αυτοκρατορίας προς τα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα. Το 499 π.Χ. οι Έλληνες των ιωνικών πόλεων ξεκίνησαν την Ιωνική Επανάσταση και η Αθήνα μαζί με την Ερέτρια κινήθηκαν προς βοήθειά τους.

Το 490 π.Χ. ο Πέρσης βασιλιάς, Δαρείος Α’, έχοντας καταστείλει την εξέγερση των ιωνικών πόλεων από το 494 π.Χ., έστειλε το στόλο του να τιμωρήσει τις δύο πόλεις. Ο περσικός στρατός κατέστρεψε την Ερέτρια και αποβιβάστηκε στην Αττική, αλλά στη μάχη του Μαραθώνα ηττήθηκε από τους Αθηναίους και άλλους υπό το στρατηγό Μιλτιάδη.


Παράταξη στη Μάχη

11.000 Έλληνες 100.000 Πέρσες

Το σχέδιο του Μιλτιάδη ήταν να εμπλακεί σε μάχη με το περσικό πεζικό όσο πιο σύντομα γινόταν ώστε να αποφύγει τις απώλειες από τους εχθρικούς τοξότες. Κάθε βράδυ πριν τη μάχη οι Έλληνες μίκραιναν την απόσταση ανάμεσα στα δύο μέτωπα και τη μέρα της μάχης είχαν φτάσει σε απόσταση περίπου 8 σταδίων, δηλαδή 1480 μέτρα. Στο δεξιό άκρο είχε τοποθετηθεί επικεφαλής ο Καλλίμαχος και στη συνέχεια οι δέκα φυλές με τους Πλαταιείς να είναι στο αριστερό άκρο. Ο Μιλτιάδης είχε επιμηκύνει το μέτωπο έτσι ώστε το δεξιό και το αριστερό κέρας να είναι ισχυρά αποδυναμώνοντας το κέντρο.

Οι Έλληνες επιτέθηκαν εναντίον των Περσών γρήγορα, τρέχοντας στα τελευταία μέτρα, μάλλον αιφνιδιάζοντας έτσι τους Πέρσες. Η σφοδρότητα της σύγκρουσης έδωσε πλεονέκτημα στα ισχυρά άκρα. Η μάχη ήταν αμφίρροπη για αρκετή ώρα μέχρις ότου οι δυο περσικές πτέρυγες κατέρρευσαν και τράπηκαν σε φυγή. Στο κέντρο όπου βρίσκονταν οι επίλεκτες δυνάμεις με τους Πέρσες και τους Σάκες ο ελληνικός σχηματισμός διασπάστηκε και υποχώρησε. Τα πλάγια τμήματα όμως γύρισαν πίσω και επιτέθηκαν στο περσικό κέντρο περικυκλώνοντας τους. Ακολούθησε σκληρή μάχη και τελικά οι Πέρσες τράπηκαν σε φυγή, προς το Σχοινιά που βρίσκονταν τα πλοία τους. Πολλοί Πέρσες έπεσαν στα νερά του έλους και πνίγηκαν. Η μάχη συνεχίστηκε στο Σχοινιά καθώς οι Πέρσες προσπαθούσαν να διαφύγουν. Εκεί πέθαναν ο Καλλίμαχος, ο στρατηγός Στησίλαος και ο Κυναίγειρος, ο αδελφός του Αισχύλου. Οι Αθηναίοι κατάφεραν να καταλάβουν επτά πλοία.

H μάχη είχε τελειώσει. Οι νεκροί Πέρσες υπολογίζονται από τον Ηρόδοτο γύρω στους 6400 ενώ οι Έλληνες είχαν χάσει μόνο 192. Μετά τη νίκη τους στάλθηκε αγγελιοφόρος για να την αναγγείλει στην Αθήνα, ο οποίος ξεψύχησε μόλις έφτασε από την κούραση.


Ανεξήγητο Πρώτον

Η Μάχη του Μαραθώνα σύμφωνα με τον Ηρόδοτο είχε γίνει πάνω σε μια πεδιάδα .Δεν έχει σχέση με καμία άλλη μάχη στην Ελλάδα όπως π.χ. με τη Μάχη των Θερμοπυλών η οποία ήταν σε στενό. Στο Μαραθώνα η πεδιάδα επέτρεπε την ανάπτυξη όλου του Περσικού στρατεύματος όπως και έγινε. Δηλαδή οι Έλληνες επέλεξαν να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες κατά μέτωπο και με όλο το εύρος της δύναμής τους πράγμα που θα ήταν ένα σοβαρό μειονέκτημα γι αυτούς. Γιατί όμως επέλεξαν αυτόν τον τρόπο δείχνοντας στον αντίπαλο ότι περιφρονούν τη δύναμή του και πως ήταν σίγουροι για τη νίκη τους;


Ανεξήγητο Δεύτερον

Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα στο πεδίο της Μάχης οι Πέρσες αναπτύχθηκαν σε βάθος 30 αντρών στο κέντρο της παράταξής τους(εδώ προσοχή δεν υπολογίζεται ότι τα άκρα των Περσών ήταν αδύναμα με λιγότερο βάθος το εκλαμβάνουμε ως ισόποσο). Αυτό έδινε μια ανάπτυξη στρατεύματος των 100.000 χιλιάδων αντρών που ήταν εκεί γύρο στα 3.300 μέτρα. Από την άλλη μεριά οι Έλληνες ήταν μόνο 11.000 και για να μπορέσουν να αντιπαρατάξουν ένα ίσο μέτωπο απέναντι στους Πέρσες έπρεπε το βάθος τους να είναι βάθος 3 ανδρών και κάτι (χωρίς να υπολογίσουμε ότι είχαν ενισχύσει τα άκρα τους πράγμα που θα έδινε μικρότερο μήκος). Από την Ιστορία γνωρίζουμε ότι το μέτωπο των Ελλήνων ήταν 1600 μέτρα δηλ. 6 άνδρες περίπου βάθους σε ισόποση παράταξη.

Έτσι από τα παραπάνω προκύπτει ότι περίσσευαν 850 μέτρα από τη μία μεριά και 850 μέτρα από την άλλη μεριά Περσικού μετώπου το οποίου θα στεκότανε και δεν θα έκανε τίποτα. Το ερώτημα είναι ότι εάν τα πράγματα γίνανε έτσι γιατί αυτός ο στρατός των 850 μ από τη μια μεριά και των 850μ από την άλλη δεν κινήθηκε κυκλωτικά για να παγιδεύσει τους Έλληνες σαν θανάσιμη τανάλια;


Ανεξήγητο Τρίτο: Εχετλαίος

Στα έργα του Ηροδότου και του Παυσανία έχουμε μια παρουσία ενός ανδρός αγνώστου προς τους Έλληνες ο οποίος εμφανίστηκε απροειδοποίητα. Ήταν πιο ψηλός από τα άτομα εκείνης της εποχής φορούσε μια περίεργη στολή η οποία έμοιαζε με αγρότη και όχι με πολεμιστή και κρατούσε ένα όπλο το οποίο έμοιαζε με λαβή αρότρου (αρχ.εχέτλη) το οποίο το έστρεφε προς τους Πέρσες και τους αποδεκάτιζε. Αργότερα οι Έλληνες ζητώντας πληροφορίες για το άτομο αυτό από το Μαντείο των Δελφών οι ιερείς τον κατονόμασαν ως Εχετλαίο.



“…Συνέβη δε ως λέγουσιν, άνδρα εν τη μάχη παρείναι το είδος και την σκευήν άγροικον. Ούτος των βαρβάρων πολλούς καταφονεύσας αρότρω, μετά το έργον ην αφανής. Ερομενοις δε Αθηναίοις άλλο μεν ο θεός ες αυτόν έχρησεν ουδέν, τιμάν δε Εχετλαίον εκέλευσεν ήρωα.” (Παυσανίας βιβλ. 1, κεφ. 32).



Ο άνδρας αυτός προωθούνταν στο πεδίο της Μάχης και κατακρεουργούσε τους Πέρσες με το όπλο του με απίστευτη ταχύτητα. Επίσης ο Ηρόδοτος μας αναφέρει ότι ένας Αθηναίος στρατιώτης, ο Επίζηλος, γιός του Κουφαγόρα, ενώ πολεμούσε γενναία στήθος με στήθος ξαφνικά έχασε την όραση του και στα δύο του μάτια, παρόλο που δεν τον είχε ακουμπήσει τίποτα, ούτε δόρυ ούτε ξίφος ούτε βέλος τόξου. Συνεχίζοντας ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ο Επίζηλος διηγείται ότι είδε έναν μεγαλόσωμο οπλίτη που η γενειάδα του κάλυπτε ολόκληρη την ασπίδα του, και ότι αυτό το φάντασμα κρατούσε στα χέρια του ένα πολύ φωτεινό όπλο! Πέρασε ακριβώς δίπλα του, σκοτώνοντας Πέρσες αντιπάλους και αυτή η σκηνή ήταν η τελευταία που είδε ο Επίζηλος γιατί από κάποια υπερβολική λάμψη, τυφλώθηκε!


Ανεξήγητο Τέταρτον

Καθ όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας της Μάχης μέχρι να φτάσει η μέρα της σύγκρουσης οι Έλληνες μετακινούνταν τις βραδινές ώρες, έτσι ώστε να μην γίνουν ορατές οι κινήσεις τους, προς το μέτωπο των Περσών και μέχρι την ημέρα της Μάχης ο Ηρόδοτος μας αναφέρει ότι φτάσανε 8 στάδια από το στρατόπεδο των Περσών δηλ όπως είδαμε και παραπάνω περίπου 1480μ. Ο λόγος που το κάνανε αυτό ήταν ότι οι Έλληνες γνώριζαν ότι οι Πέρσες είχαν πάγια τακτική πριν την τελική σύγκρουση και όταν ο αντίπαλος πλησίαζε προς την μεριά τους να ρίχνουν μια ομοβροντία 2-3 επαναλήψεων βελών από τους τοξότες τους. Έτσι οι Έλληνες με αυτές τις βραδινές κινήσεις προσέγγισης προσπαθούσαν να μειώσουν την απόσταση από τους Πέρσες άρα και τις απώλειές τους. Το ερώτημα που γεννάται είναι πως οι Έλληνες κατάφεραν να προσεγγίσουν τους Πέρσες στο πεδίο της Μάχης χωρίς να έχουν σοβαρές απόλυες από τις ομοβροντίες βελών καθώς σε όλη την διάρκεια της μάχης σκοτώθηκαν μόνο 192 Έλληνες; Είναι ότι οι Πέρσες δεν ήξεραν σημάδι ; δεν μπορούσαν να τους πετύχουν για άλλους λόγους ή ότι δεν πρόλαβαν να το κάνουν;


Ανεξήγητο Πέμπτον

Η Μάχη του Μαραθώνα άρχισε στις 5.30 περίπου το πρωί και οι Πέρσες στρατηγοί διέταξαν οπισθοχώρηση στις 8 το πρωί δηλ μόλις 2,5 ώρες μετά την έναρξη της μάχης .Το παράξενο είναι πως όλα όσα γίνανε , γίνανε μέσα σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα.6.400 Πέρσες αποδεκατίστηκαν από ένα Ελληνικό στρατό που αριθμούσε το 1/10 της δικιάς τους δύναμης με φοβερή ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Πως είναι άραγε δυνατόν να συνέβη κάτι τέτοιο σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα;

Ανεξήγητα φαινόμενα στη Μάχη του Μαραθώνα πολλά αλλά όλα αυτά τα παραπάνω ερωτήματα νομίζω και έχω την εντύπωση ότι δεν θα απαντηθούν ποτέ με 100% σιγουριά.


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Πηγες

[1] "Ελλήνων Δίκτυο"

[2] "ProNews"

[3] "Ελληνικός Πολιτισμός"





Η εφαρμογη μας για το κινητο σου

Κατέβασε και εσύ την εφαρμογή μας για το κινητό σου "Ancient Greece Reloaded"